Ωλένια νευρίτιδα

Η ωλένια νευρίτιδα ή αλλιώς γνωστή ως νευρίτιδα του ωλένιου νεύρου ή σύνδρομο ωλένιου σωλήνος του αγκώνα είναι μια πάθηση παγίδευσης και βλάβης που προκαλείται από την τριβή του ωλένιου νεύρου, συνήθως στην περιοχή του αγκώνα, καθώς διέρχεται μέσα από τον ωλένιο σωλήνα ή την ωλένια αύλακα. Αφορά μια πάθηση, η οποία εξελίσσεται μέσα σε διάστημα μηνών ή σπανιότερα ετών και η οποία οδηγεί σε αιμμωδίες (μουδιάσματα) στην ωλένια πλευρά του αντιβραχίου (η πλευρά που “βλέπει” προς το μικρό δάκτυλο), στο μικρό δάκτυλο και στον μισό παράμεσο.

Πρόκειται για το δεύτερο σε συχνότητα σύνδρομο παγίδευσης νεύρου μετά το σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα και πλήττει χιλιάδες άτομα του ενεργού πληθυσμού ηλικίας κυρίως 30 έως 60 ετών.

 

Ποια είναι τα αίτια εμφάνισης της ωλένιας νευρίτιδας;

Πολλοί είναι οι παράγοντες που ενοχοποιούνται για την εμφάνισή της. Οι κυριότερες από αυτές είναι:

  • χρόνια τριβή/ πίεση της περιοχής του αγκώνα (στο γραφείο, στη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή)
  • χρόνια χρήση του χεριού με κάμψη του αγκώνα, πχ. στη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή
  • κακή στάση (επιβάρυνση της περιοχής) κατά τη διάρκεια του ύπνου
  • κατάγματα στην περιοχή του αγκώνα κατά την παιδική ηλικία, που έχουν οδηγήσει σε παραμορφώσεις της περιοχής και συνεπώς σε διάταση του ωλένιου νεύρου
  • τριβή του νεύρου από οστεόφυτα
  • αυχενική δισκοπάθεια
  • ανατομικές ιδιαιτερότητες της περιοχής
  • υπερτροφία μυϊκών στοιχείων
  • καλοήθη ογκίδια (π.χ. γάγγλιο) που μπορεί να στενεύουν την ωλένια αύλακα

Ποια είναι η συμπτωματολογία;

Το συμπτώματα που εμφανίζουν οι ασθενείς με ωλένια νευρίτιδα του αγκώνος είναι:

  • Πόνος και ευαισθησία στην πίεση της έσω μοίρας του αγκώνος και του αντιβραχίου
  • Μουδιάσματα (αιμωδίες) στην έσω επιφάνεια του αντιβραχίου, στο μικρό δάκτυλο και στο ωλένιο ήμισυ του παράμεσου

  • Σε ορισμένες περιπτώσεις ακούγεται ένας ήχος τριβής ή αναπήδησης του ωλένιου νεύρου εντός του ωλένιου σωλήνος
  • Σε προχωρημένες και παραμελημένες περιπτώσεις, το χέρι μπορεί να παρουσιάσει ατροφία και δυσχέρεια στις λεπτές κινήσεις
  • Στις πιο βαριές περιπτώσεις παρουσιάζεται το «ωλένιο παράδοξο», η αδυναμία δηλαδή έκτασης παράμεσου και μικρού δακτύλου

Πως γίνεται η διάγνωση;

Για τη σωστή και έγκυρη διάγνωση είναι απαραίτητη η αξιολόγηση και καταγραφή των συμπτωμάτων, η λήψη ενός πλήρους ιστορικού και η ενδελεχής κλινική εξέταση. Η επιβεβαίωση της διάγνωσης γίνεται με την εφαρμογή του ηλεκτρομυογραφήματος.

Ποια είναι η θεραπεία;

Για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της ωλένιας νευρίτιδας συστήνεται είτε συντηρητική θεραπεία είτε χειρουργική παρέμβαση. Στις ήπιες περιπτώσεις και τα αρχικά στάδια της πάθησης ακολουθείται η συντηρητική μέθοδος, η οποία περιλαμβάνει την αποφυγή υπερβολικής κάμψης και καταπόνησης του αγκώνα (κυρίως κατά τη διάρκεια του ύπνου με χρήση ειδικού νάρθηκα), τη λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για την ανακούφιση των συμπτωμάτων και τη φυσικοθεραπεία. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις συστήνεται η χειρουργική παρέμβαση.

περισσότερα...

Κινητικές διαταραχές

Οι κινητικές διαταραχές αποτελούν μια ομάδα νευρολογικών παθήσεων που έχουν ως βασικό σύμπτωμα τη διαταραχή της κινητικότητας και οφείλονται σε διάφορες υποκείμενες νόσους. Η σωστή και έγκαιρη διάγνωση για την αξιολόγηση της κινητικής διαταραχής είναι ιδιαίτερης σημασίας, καθώς η κάθε πάθηση μπορεί να έχει παρόμοια συμπτώματα αλλά να χρήζει διαφορετικής θεραπευτικής αντιμετώπισης και πρόγνωσης.

Ποια είναι η συμπτωματολογία;

Τα συμπτώματα των κινητικών διαταραχών εκδηλώνονται είτε με λιγότερη κίνηση (υποκινησία) από το φυσιολογικό είτε με περισσότερη (υπερκινησία). Στις υποκινητικές διαταραχές χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Παρκινσονισμός, ενώ στις υπερκινητικές χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο τρόμος (τρέμουλο), η δυστονία, η χορεία, τα τικ και οι μυοκλονίες. Τα συμπτώματα που παρουσιάζονται στις κινητικές διαταραχές δεν σχετίζονται με διαταραχές της μυικής ισχύος.

Που οφείλονται οι κινητικές διαταραχές;

Τα αίτια που μπορεί να προκαλέσουν την εμφάνιση των κινητικών διαταραχών είναι πολλά. Ενδεικτικά μερικά από αυτά σχετίζονται με κάποια παρενέργεια από χρήση φαρμάκων, από μια δομική βλάβη του εγκεφάλου έπειτα από ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο, από μια νευροεκφυλιστική (όπως η νόσος του Πάρκινσον) ή μεταβολική νόσο (όπως η υπεργλυκαιμία) ή ακόμα και από ψυχογενείς αιτίες.

Υπάρχει θεραπεία;

Η κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση απαιτεί μια έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση της υποκείμενης νόσου. Πέρα από το φαρμακευτικό πρωτόκολλο μπορεί να συσταθεί, αρκετές φορές απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση με τη συνεργασία και τη συνδρομή διάφορων ειδικοτήτων. Η ολιστική και διεπιστημονική προσέγγιση συμβάλλει στη σωστή ενημέρωση και υποστήριξη τόσο του ασθενούς όσο και του περιβάλλοντός του, προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα άρτιο αποτέλεσμα και μια ποιότητα ζωής.

 

περισσότερα...

Εξωπυραμιδικά σύνδρομα

Τα εξωπυραμιδικά σύνδρομα αναφέρονται σε μία ομάδα παθήσεων που περιλαμβάνουν εκφυλιστικές νόσους του νευρικού συστήματος. Ονομάζονται έτσι, καθώς επηρεάζουν το εξωπυραμιδικό σύστημα και τα γάγγλια του εγκεφάλου. Σε έναν ασθενή με εξωπυραμιδικό σύνδρομο κατά τη διάρκεια της ημέρας αυξομειώνονται τα επίπεδα της ντοπαμίνης του οργανισμού.

Το εξωπυραμιδικό σύστημα είναι το σύστημα που ευθύνεται για τη διατήρηση της ισορροπίας και του μυϊκού τόνου. Ουσιαστικά περιλαμβάνει όλες τις κατιούσες ίνες που προέρχονται από τα φλοιϊκά και υποφλοιώδη κινητικά κέντρα και καταλήγουν στον προμήκη και στο νωτιαίο μυελό με οδούς άλλες από τις αναγνωρισμένες ως φλοιονωτιαίες οδούς.

Ποια είναι τα συμπτώματα που παρουσιάζονται στα εξωπυραμιδικά σύνδρομα;

Τα κυριότερα συμπτώματα που εμφανίζονται στο σύνδρομο αυτό είναι οι τρόμοι (τρέμουλο), η αθέτωση, η χορεία και η δυστονία. Ένα από τα χαρακτηριστικά εξωπυραδικά σύνδρομα αποτελεί η νόσος του Parkinson.

 

περισσότερα...

Νόσος Πάρκινσον

Η νόσος του Parkinson είναι γνωστή και ως ιδιοπαθής ή πρωτοπαθής παρκινσονισμός ή τρομώδης παράλυση. Η ονομασία της οφείλεται στον James Parkinson, ο οποίος ήταν ο γιατρός που το 1817 περιέγραψε για πρώτη φορά τη νόσο αυτή. Πρόκειται για μια εκφυλιστική διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος, η οποία επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Η κύρια βλάβη αφορά την καταστροφή των εγκεφαλικών κυττάρων που παράγουν την ντοπαμίνη. Ουσιαστικά η έλλειψη ντοπαμίνης αποτελεί τη βασική πηγή των περισσότερων προβλημάτων που προκαλεί η νόσος αυτή.

Η ντοπαμίνη είναι μια ουσία, την οποία χρησιμοποιούν τα νευρικά κύτταρα ως νευροδιαβιβαστή («νευρο-χημική» ουσία) και ευθύνεται για τον έλεγχο της μυϊκής κίνησης. Με την έλλειψη ντοπαμίνης, τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου δεν μπορούν να στείλουν φυσιολογικά μηνύματα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια μυϊκής λειτουργίας στην περιοχή όπου εντοπίζεται η βλάβη.

Ποια είναι η αιτία που προκαλεί τη νόσο αυτή;

Η ακριβής αιτία δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Σε ένα μικρό ποσοστό παρατηρείται ότι επιδρά η κληρονομικότητα. Ωστόσο στην πλειοψηφία των ασθενών ενδεχομένως ευθύνεται ο συνδυασμός γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, οι οποίοι λειτουργούν ως προδιάθεση  ώστε τα άτομα αυτά να είναι πιο ευάλωτα στην επίδραση κάποιου εξωτερικού παράγοντα.

Σε ποια ηλικία εμφανίζεται;

Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου αυξάνεται με την ηλικία προσβάλλοντας συνήθως άτομα άνω των 60 ετών. Ωστόσο μπορεί να διαγνωσθεί σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμα και σε άτομα κάτω της ηλικίας των 30 ετών.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Τα συμπτώματα μπορεί να εκδηλωθούν στη μία ή και στις δυο πλευρές του σώματος. Μπορεί να είναι ήπια, κυρίως στην αρχική φάση της νόσου και το ποσοστό της λειτουργίας που χάνεται μπορεί να ποικίλει από άτομο σε άτομο.

Τα βασικά συμπτώματα της νόσου είναι ο τρόμος, η βραδυκινησία και η υπερτονία. Συνήθως το πρώτο σύμπτωμα είναι ο τρόμος (τρέμουλο) σε κάποιο μέλος του σώματος (συνήθως το ένα χέρι).  Ο τρόμος συνήθως εμφανίζεται όταν το άκρο είναι χαλαρό (τρόμος ηρεμίας) και  σταματά κατά τη διάρκεια της κίνησης ή του ύπνου. Σε άλλες περιπτώσεις ο ασθενής δεν παρουσιάζει τρόμο, αλλά αντιλαμβάνεται ότι οι κινήσεις του γίνονται πιο αργές (βραδυκινησία) και το σώμα του γίνεται δύσκαμπτο.

Αναλυτικά:

  • Ο τρόμος ηρεμίας με την πάροδο του χρόνου, επεκτείνεται προοδευτικά στο κεφάλι (τα χείλη, την κάτω γνάθο, τη γλώσσα) και τα πόδια. Επιδείνωση μπορεί να επέλθει έπειτα από κούραση, συναισθηματική φόρτιση, πνευματική εργασία ή άγχος.
  • Ως δυσκαμψία ονομάζεται η αντίσταση κατά την παθητική κίνηση των αρθρώσεων. Το σύμπτωμα αυτό δημιουργεί προβλήματα στην κίνηση (πιο εμφανές στις αρθρώσεις του καρπού και του αγκώνα). Ο άνθρωπος μπορεί να παρουσιάσει σκυφτή στάση σώματος και άκαμπτους ή σκληρούς μύες (έναρξη από τα πόδια).
  • Η βραδυκινησία συντελεί στην καθυστέρηση ή το σταμάτημα των αυτόματων κινήσεων. Ο άνθρωπος μπορεί να εμφανίζει ανέκφραστο πρόσωπο (σαν προσωπείο, υπομιμία – απώλεια κίνησης μιμικών μυών). Μπορεί να επηρεαστεί ο τρόπος γραφής (μικρογραφία – πολύ μικρό μέγεθος γραμμάτων), να παρουσιάσει δυσκολία στην κατάποση ή/και σιελόρροια και αργή, σιγανή ομιλία με μονότονη φωνή. Τέλος παρατηρείται διαταραχή στη βάδιση με χαρακτηριστικό γνώρισμα την αργή βάδιση με μικρά συρόμενα βήματα.
  • Η διαταραχή αντανακλαστικών στάσεως αφορά τη δυσκολία στην έναρξη ή τη συνέχιση της κίνησης, όπως η έναρξη βάδισης ή η έγερση από την καθιστή θέση, καθώς και διαταραχή της ισορροπίας και της βάδισης.
  • Οι υποκειμενικές αισθητικές διαταραχές, όπως οι μυαλγίες, οι αρθραλγίες, οι παραισθησίες και οι αιμωδίες (μουδιάσματα).
  • Οι διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος, όπως η ορθοστατική υπόταση, η συχνουρία, η δυσκοιλιότητα και η σμηγματόρροια (εμφάνιση λιπαρότητας στο δέρμα).
  • Οι διαταραχές στην ψυχική σφαίρα, όπως επιβράδυνση στη σκέψη και την προσοχή, διαταραχή του ύπνου και κατάθλιψη

Σε ορισμένες περιπτώσεις με την εξέλιξη της νόσου, ο άνθρωπος που νοσεί μπορεί να εμφανίσει και άνοια, την ονομαζόμενη άνοια της νόσου του Parkinson.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Όπως και σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε αλλαγή παρατηρηθεί χρειάζεται να απευθυνθούμε στον ειδικό. Κάθε σύμπτωμα, καθώς και η γενικότερη κλινική εικόνα θα αξιολογηθεί και θα εκτιμηθεί από το Νευρολόγο. Σε αυτό συμβάλλει η λήψη ενός ολοκληρωμένου ιστορικού, η νευρολογική εκτίμηση και οι εργαστηριακές εξετάσεις προκειμένου να αποκλεισθούν άλλα παθολογικά αίτια. Η εκφύλιση των κυττάρων της ντοπαμίνης μπορεί να απεικονισθεί με ένα ειδικό σπινθηρογράφημα (DAT-SCAN).

Στις ορισμένες περιπτώσεις, που τα συμπτώματα βρίσκονται σε ένα αρχικό στάδιο και είναι ήπια η ακριβής διάγνωση είναι δύσκολη.

Υπάρχει θεραπεία;

Η νόσος του Parkinson ως μία εκφυλιστική νόσος, είναι μη αναστρέψιμη η κατάσταση. Επομένως το θεραπευτικό πρωτόκολλο που ακολουθείται είναι συντηρητικό και βοηθάει στην επιβράδυνση εξέλιξης της νόσου αλλά και στην ποιότητα ζωής του ασθενή.

Υπάρχουν φαρμακευτικά σκευάσματα που αντιμετωπίζουν επιτυχώς τα συμπτώματα της νόσου, έχοντας ως στόχο την υποκατάσταση της ντοπαμίνης. Τα σκευάσματα αυτά εμπεριέχουν μια ουσία, τη λεβοντόπα, η οποία μετατρέπεται στον εγκέφαλο σε ντοπαμίνη. Επίσης υπάρχουν και άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα, τα οποία χορηγούνται είτε μόνα τους στα αρχικά στάδια της νόσου είτε σε συνδυασμό με τη λεβοντόπα. Στα προχωρημένα στάδια της νόσου χρειάζεται συχνά προσεκτική ρύθμιση  της  αγωγής, καθώς η ανταπόκριση στη θεραπεία δεν είναι ομαλή και ο ασθενής εμφανίζει περιόδους έξαρσης και ύφεσης των συμπτωμάτων.

Σε πολλές περιπτώσεις η λήψη των εν λόγω φαρμάκων μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητες παρενέργειες όπως παραισθήσεις, ναυτία, έμετος, διάρροια και παραλήρημα. Για το λόγο αυτό είναι σημαντική η άμεση συνεργασία και επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει διακοπή ή αλλαγή φαρμάκων χωρίς τη σύσταση του ειδικού.

Στις περιπτώσεις των ασθενών που η φαρμακευτική ρύθμιση δεν είναι ικανοποιητική, απαιτείται επεμβατική θεραπεία (χορήγηση φάρμακων σε συνεχή έγχυση με ειδικές αντλίες, χειρουργική εμφύτευση ηλεκτροδίων στον εγκέφαλο).

Σημαντικό ρόλο στην πορεία και εξέλιξη της νόσου διαδραματίζει η φυσική άσκηση, η υγιεινή διατροφή, η φυσικοθεραπεία, η λογοθεραπεία, η εργοθεραπεία και η συμβουλευτική – ψυχολογική υποστήριξη. Η ολιστική προσέγγιση στοχεύει στη διατήρηση και βελτίωση της κινητικότητας του ασθενούς, στη σωστή διαχείριση της νόσου και στην ποιότητα ζωής.

 

περισσότερα...

Διαταραχές βάδισης

Ο τρόπος με τον οποίο περπατάει κάποιος ονομάζεται βηματισμός. Οι διαταραχές της βάδισης αφορούν ασυνήθη και μη-ελεγχόμενα πρότυπα βάδισης. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι διαταραχών βάδισης και οι περισσότερες οφείλονται σε κάποια σωματική πάθηση. Συνήθως προκαλούνται από νόσους ή τραυματισμούς στο πόδι, στον άκρο πόδα, στον εγκέφαλο, στη σπονδυλική στήλη ή στο έσω ους. Ουσιαστικά πρόκειται για το αποτέλεσμα ελλείμματος του μυοσκελετικού ή νευρικού συστήματος και της λειτουργικής προσαρμογής.

Οι κυριότεροι τύποι παθολογικής βάδισης είναι οι εξής:

  1. Σπαστική βάδιση (ημιπληγική): στην προσπάθεια του ο ασθενής να φέρει μπροστά το ευρισκόμενο σε έκταση ημίπληκτο κάτω άκρο, το σέρνει σε μια ημικυκλική εξωτερική τροχιά
  2. Ψαλιδωτή βάδιση (παραπληγική): τα πόδια σε ελαφρά κάμψη στα ισχία και τα γόνατα, δίνοντας την εμφάνιση υπόκλισης, με τα γόνατα και τους μηρούς να χτυπούν ή να διασταυρώνονται σε μια ψαλιδωτή κίνηση. Αυτό έχει ως
    αποτέλεσμα τα πόδια να διασταυρώνονται καθώς ο ασθενής βαδίζει. Τα βήματα είναι μικρά και η βάδιση αργή, με μεγάλη δυσκολία.
  3. Δίκροτο βάδισμα: λόγω πτώσης του άκρου ποδός ο βηματισμός γίνεται σηκώνοντας το πόδι ψηλά, ώστε να μην χτυπούν τα δάκτυλα στο έδαφος και στη συνέχεια της κίνησης το κατεβάζει, οπότε επειδή ακουμπούν τα δάκτυλα πρώτα στο έδαφος και μετά η φτέρνα, ακούγεται διπλός ήχος (‘‘κρότος’’).
  4. Καλπαστικό βάδισμα: όταν υπάρχει αμφοτερόπλευρο δίκροτο βάδισμα.
  5. Παρεγκεφαλιδικό αταξικό βάδισμα: χαρακτηρίζεται από αστάθεια, χωρίς συντονισμό, με ευρεία βάση στήριξης και
    τα πόδια με στροφή προς τα έξω (όπως του μεθυσμένου).
  6. Αταξικό αισθητικό βάδισμα: το πόδι σηκώνεται υπερβολικά κατά το βηματισμό, έρχεται απότομα προς τα εμπρός και κατεβαίνει χτυπώντας με δύναμη στο έδαφος.
  7. Παρκινσονικό βάδισμα: χαρακτηρίζεται από μικρά συρτά και επιταχυνόμενα βήματα, χωρίς να αιωρεί τα άνω άκρα και με κάμψη του κορμού προς τα μπρος (‘‘σαν να κυνηγάει το κέντρο βάρους του σώματός του’’).
  8. Απραξικό βάδισμα: χαρακτηρίζεται από αργά και μικρά διστακτικά βήματα και διευρυσμένη βάση. Ο ασθενής σταματάει συχνά και ξεκινάει πάλι με μεγάλη προσπάθεια.
  9. Μυοπαθητικό βάδισμα:  λόγω αδυναμίας των γλουτιαίων μυών υπάρχει αδυναμία να σταθεροποιήσει το άκρο που πατά στο έδαφος, το οποίο στρέφεται προς τα έξω ενώ η άλλη πλευρά της λεκάνης πέφτει και ο κορμός κλίνει προς την πλευρά της στήριξης. Στη συνέχεια επαναλαμβάνει την ίδια κίνηση στην αντίθετη κατεύθυνση. Η εναλλαγή των κινήσεων του κορμού στα πλάγια οδηγεί σε λίκνισμα.
  10. Χορειοαθετωσικό και δυστονικό βάδισμα: πρόκειται για ακούσιες ακανόνιστες κινήσεις και δυστονικές θέσεις, οι οποίες επηρεάζουν τη βάδιση μετατρέποντάς την σε αργή και ασταθή.
  11. Υστερικό βάδισμα: Μονοπληγία, ημιπληγία ή παραπληγία. Υστερική αστασία-αβασία
  12. Ανταλγικό βάδισμα: πρόκειται για την προσπάθεια του ατόμου κατά το βάδισμά του να αποφύγει τον πόνο σε σχηματισμούς που δέχονται το βάρος του σώματός του, όπως είναι το ισχίο, τα γόνατα ή οι αστράγαλοι.

Ποιες είναι οι αιτίες που προκαλούν διαταραχές στη βάδιση;

Πολλοί παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές στη βάδιση. Επίσης διαφορετικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο ανάλογα και με τον τύπο της παθολογικής βάδισης. Μερικές από τις κυριότερες αιτίες είναι:

  • Αρθρίτιδα των αρθρώσεων του ποδιού
  • Χονδρομαλάκυνση της επιγονατίδας
  • Διαταραχή μετατροπής (ψυχολογική διαταραχή)
  • Προβλήματα του άκρου ποδός (κάλλος, τύλος, είσφρηση όνυχος, σπίλος, πόνος, δερματικό έλκος, οίδημα, σπασμοί)
  • Κάταγμα ή τραυματισμός
  • Αιμοφιλία
  • Ενέσεις σε μύες που προκαλούν πόνο στο πόδι ή τους γλουτούς
  • Λοίμωξη
  • Ανισοσκελία
  • Μυοσίτιδα
  • Έσω κνημιαίο σύνδρομο
  • Τενοντίτιδα
  • Στενά ή άβολα παπούτσια
  • Συστροφή όρχεως

Πως γίνεται η διάγνωση;

Εάν παρατηρηθεί οποιοδήποτε αλλαγή στη βάδιση η οποία είναι μη ελεγχόμενη, χρειάζεται να επικοινωνήσετε με τον ειδικό. Η διάγνωση τίθεται έπειτα από τη λήψη συγκεκριμένου ιστορικού και νευρολογική εξέταση. Σε ορισμένες περιπτώσεις η διάγνωση ολοκληρώνεται και με τη χρήση απεικονιστικού ελέγχου.

Υπάρχει θεραπεία;

Το θεραπευτικό σχήμα που θα συστήσει ο ειδικός εξαρτάται από την κλινική εικόνα και από τον τύπο της παθολογικής βάδισης. Σε μια ολιστική προσέγγιση μπορεί να χρειαστούν ορθοπεδικά βοηθήματα (όπως κάποιος νάρθηκας ή μπαστούνι), φυσικοθεραπεία, εργοθεραπεία, άσκηση ή ξεκούραση.

 

περισσότερα...

Σύνδρομο ανήσυχων άκρων

Το σύνδρομο των ανήσυχων άκρων -ή αλλιώς σύνδρομο ανήσυχων ποδιών- αφορά μία συχνή νευρολογική διαταραχή, η οποία είναι αρκετά ενοχλητική και ταλαιπωρεί αρκετούς ανθρώπους. Εκδηλώνεται ως έντονη ενόχληση στα κάτω άκρα, χωρίς πόνο, και ο άνθρωπος που το βιώνει ανακουφίζεται όταν κινήσει τα πόδια του. Εμφανίζεται συχνότερα σε καταστάσεις που απαιτείται ακινησία. Επομένως, οι άνθρωποι που παρουσιάζουν το σύνδρομο αυτό περιγράφουν κυρίως τις νύχτες τους ως εφιαλτικές, καθώς απαιτείται πολύωρη ακινησία. Το ίδιο συμβαίνει και σε κάθε δραστηριότητα, η οποία χρήζει ακινησία για κάποια ώρα.

Παρατηρείται με μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης στις γυναίκες και εμφανίζεται σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμα και σε παιδιά. Ωστόσο συνήθως οι ηλικίες που προσβάλλονται είναι μεταξύ 30 και 50 ετών. Μελέτες έχουν δείξει πως ένα μεγάλο ποσοστό των ατόμων που πάσχουν από το σύνδρομο αυτό αναφέρουν πως εμφάνισαν τα πρώτα συμπτώματα πριν από την ηλικία των 20 ετών. Η αξιολόγηση των συμπτωμάτων και η διάγνωση είναι σημαντική, καθώς η μη αντιμετώπισή του σε βάθος χρόνου μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα.

Ποιοι είναι οι λόγοι εμφάνισης του συνδρόμου ανήσυχων άκρων;

Η ακριβής αιτία ακόμη δεν είναι πλήρως καθορισμένη. Ένας σημαντικός παράγοντας φαίνεται να είναι η κληρονομικότητα. Επίσης, έχει φανεί πως οι περισσότεροι άνθρωποι με το σύνδρομο αυτό εμφανίζουν προβλήματα στην ομοιοστασία του σιδήρου στον οργανισμό τους. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εμφανίζεται συχνά το σύνδρομο αυτό. Η χρήση κάποιων ουσιών όπως αλκοόλ, νικοτίνης, καφεΐνης μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα του συνδρόμου. Κάποιες μελέτες έχουν δείξει πως τα άτομα με το σύνδρομο αυτό φαίνεται να παρουσιάζουν πρόβλημα στην ευαισθησία των υποδοχέων ντοπαμίνης, κάνοντας λόγο για ανεπάρκεια. Σε άλλες πάλι μελέτες υποστηρίζεται πως υπάρχει πρόβλημα διακίνησης της σεροτονίνης στο εγκεφαλικό στέλεχος.

Γενικότερα υπάρχει ένας διαχωρισμός του συνδρόμου των ανήσυχων άκρων σε πρωτοπαθές ή δευτεροπαθές:

  • Πρωτοπαθές ή ιδιοπαθές: δεν ανευρίσκεται κάποιο συγκεκριμένο αίτιο και συνήθως οφείλεται στην κληρονομικότητα. Στην περίπτωση αυτή παράγοντες όπως το stress, η ψυχολογική επιβάρυνση ή η κόπωση μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα.
  • Δευτεροπαθές: Μερικά από τα σημαντικά αίτια της περίπτωσης αυτής είναι: Υπομαγνησιαιμία, φλεβική ανεπάρκεια κάτω άκρων, νεφρική ανεπάρκεια σε τελικό στάδιο ή σε αιμοδιάλυση, χρόνια σιδηροπενική αναιμία, μειωμένα επίπεδα φυλλικού οξέος ή βιταμίνης Β12 στον οργανισμό και άλλα πιο σπάνια αίτια όπως ισχιαλγία-ριζαλγία κάτω άκρων, ρευματοειδής αρθρίτιδα, σύνδρομο Sjogren, σακχαρώδης διαβήτης, αμυλοείδωση και νόσος του Lyme.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Το κύριο σύμπτωμα είναι η έντονη επιθυμία να κινήσει κανείς τα πόδια του. Υπάρχουν διάφορες περιγραφές σχετικά με το δυσάρεστο σύμπτωμα που συνοδεύει την ενόχληση και το πώς το βιώνει ο κάθε άνθρωπος (περιοδικά μουδιάσματα, σαν τσιμπήματα από βελόνες, σαν εσωτερικό κνησμό ή σαν κάτι να κινείται μέσα στους μυς των κάτω άκρων τους). Εμφάνιση ή επιδείνωση των συμπτωμάτων παρατηρείται κατά την ανάπαυση και βελτίωση ή υποχώρηση με την κίνηση. Συνήθως το σύνδρομο εμφανίζεται ή επιδεινώνεται τις απογευματινές ή βραδινές ώρες κυρίως όταν ο άνθρωπος ξαπλώνει και μπορεί να προκαλέσει διαταραχή της έλευσης, της διάρκειας ή/και της ποιότητας του ύπνου.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση γίνεται με τη λήψη ενός καλού ιστορικού και χρειάζεται να γίνει διαφοροδιάγνωση από άλλες παθολογικές καταστάσεις που προκαλούν παρόμοια συμπτώματα όπως φλεβική ανεπάρκεια, πολυνευροπάθεια, εκφυλιστική αρθροπάθεια της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, νεύρωση, κ.λπ. Για τη διαφοροδιάγνωση απαιτούνται ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις (γενική εξέταση αίματος, σίδηρος και φερριτίνη, σάκχαρο, ουρία, κρεατινίνη, ηλεκτρολύτες, θυροειδικές ορμόνες, βιταμίνη Β12).

Υπάρχει θεραπεία;

Η θεραπεία του συνδρόμου ανήσυχων άκρων εξαρτάται από τη βαρύτητά του. Σε περιπτώσεις με ήπια συμπτώματα δεν προτείνεται θεραπευτική αγωγή και δίνονται συστάσεις για υγιεινό τρόπο ζωής, αποφυγή οινοπνεύματος, καφεΐνης και νικοτίνης, ζεστά μπάνια κατά τις απογευματινές ώρες, μασάζ κάτω άκρων,  και φυσιοθεραπεία χαλάρωσης του μυϊκού συστήματος. Σε δευτεροπαθείς περιπτώσεις η θεραπεία εστιάζεται στην πρωταρχική αιτία.

Στις περιπτώσεις που τα συμπτώματα είναι έντονα συστήνεται φαρμακευτική αγωγή όπως τα ντοπαμινεργικά φάρμακα, βενζοδιαζεπίνες, γκαμπαπεντίνη και πριγκαμπαλίνη, ήπια οπιοειδή, αντιεπιληπτικά κ.ά. Η απόφαση για τη χορήγηση φαρμάκων γίνεται μόνο έπειτα από τη σύσταση του γιατρού.

 

περισσότερα...

Νόσος κινητικού νευρώνα

Η νόσος του κινητικού νευρώνα ή αλλιώς αμυοατροφική πλευρική σκλήρυνση (ALS) είναι μια σοβαρή και σπάνια νευρολογική πάθηση. Είναι γνωστή επίσης και ως νόσος του LouGehrig, από το διάσημο παίκτη του μπέιζμπολ που πέθανε από τη νόσο το 1941. Από τη νόσο αυτή έπασχε και ο διάσημος αστροφυσικός Στίβεν Χόκινγκ.

Πρόκειται για μια προοδευτική νευροεκφυλιστική πάθηση που επηρεάζει τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου και της σπονδυλικής στήλης και επαγωγικά ένα σύνολο μυών. Όπως υποδηλώνει και η ονομασία της (αμυατροφική) είναι μια ασθένεια που σχετίζεται με τη μη θρέψη των μυών. Επομένως όταν ένας μυς δεν τρέφεται, τότε ατροφεί και καταστρέφεται. Οι περιοχές που προσβάλλονται είναι κυρίως του νωτιαίου μυελού, όπου ορισμένα από τα νευρικά κύτταρα ελέγχουν τους μύες. Όταν όμως  οι περιοχές αυτές καταστρέφονται, τότε υφίσταται σκλήρυνση της περιοχής.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Σταδιακά ο εγκέφαλος χάνει την ικανότητα να προκαλέσει και να ελέγξει την κίνηση των μυών. Γενικότερα, χρειάζεται να επισημανθεί πως η εξέλιξη της νόσου διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και ενδεχομένως σε αυτό να συμβάλλουν γενετικοί παράγοντες.

Τα αρχικά συμπτώματα συνήθως έχουν μια αργή ανάπτυξη. Συνήθως στις περισσότερες περιπτώσεις τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στα χέρια ή στα πόδια και εκδηλώνεται με αδυναμία στις αρθρώσεις όπως για παράδειγμα μια εξασθενημένη λαβή (π.χ. δυσκολία στην συγκράτηση αντικειμένων) ή αδυναμία στις αρθρώσεις των ώμων ή στις αρθρώσεις των ποδιών, με αποτέλεσμα να υπάρχει δυσκολία στη βάδιση. Παράλληλα με τα συμπτώματα αυτά μπορεί να εμφανίζονται συσπάσεις των μυών ή μυϊκές κράμπες. Σε μικρότερο ποσοστό των περιπτώσεων η νόσος επηρεάζει και τους μυς που χρησιμοποιούνται για την ομιλία και την κατάποση. Η νόσος του κινητικού νευρώνα μπορεί να επηρεάσει και τους πνεύμονες, προκαλώντας δυσκολία στην αναπνοή και δύσπνοια, ωστόσο σπανίως εμφανίζεται αυτό ως πρώτο σύμπτωμα.

Με την προοδευτική εξέλιξη της νόσου, σταδιακά τα άκρα γίνονται ασθενέστερα και οι μύες εξασθενούν σημαντικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιφέρει ακόμη και παράλυση του σώματος καθηλώνοντας το άτομο που νοσεί.

Εκτός από δυσκολίες στην κατάποση και την ομιλία, οι ασθενείς μπορεί να έχουν και σιελόρροια. Αρκετοί έρχονται αντιμέτωποι και με αίσθημα ακραίας κόπωσης. Επίσης, τα άτομα με νόσο του κινητικού νευρώνα μπορεί να βιώσουν έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις ή αλλαγές στις νοητικές λειτουργίες και προβλήματα συγκέντρωσης. Ωστόσο χρειάζεται να διευκρινιστεί πως η νόσος δεν επηρεάζει το μυαλό, την προσωπικότητα, την οξύνοια ή τη μνήμη καθώς επίσης ούτε τις αισθήσεις (όραση, όσφρηση, ακοή, αφή). Αυτό, βέβαια, συνεπάγεται και τη μεγαλύτερη δυσκολία καθώς ο άνθρωπος κατανοεί πλήρως την κατάστασή του, έχει τη θέληση να δράσει αλλά αδυνατεί να ανταποκριθεί. 

Από τι προκαλείται η νόσος του κινητικού νευρώνα;

Τα αίτια που ευθύνονται για την εμφάνιση της νόσου στις περισσότερες περιπτώσεις των ανθρώπων που νοσούν δεν είναι εξακριβωμένα. Οι παράγοντες που φαίνεται να παίζουν καθοριστικό ρόλο είναι η κληρονομικότητα και οι γενετικοί.

Υπάρχει θεραπεία;

Καθώς πρόκειται για μια νευροεκφυλιστική νόσο η οποία χαρακτηρίζεται από προοδευτική επιδείνωση, η θεραπεία στοχεύει στον έλεγχο των συμπτωμάτων.

Το ιδανικό θεραπευτικό πρωτόκολλο που συνίσταται είναι η ολιστική προσέγγιση. Χρειάζεται η συνεργασία διαφόρων ειδικοτήτων, ώστε ο άνθρωπος και η οικογένειά του να λάβουν την απαραίτητη ενημέρωση, φροντίδα και υποστήριξη. Επομένως πέραν της ιατρικής παρακολούθησης από το νευρολόγο, ειδικότητες όπως φυσιοθεραπευτής, λογοθεραπευτής, διαιτολόγος, ψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός, πνευμονολόγος, νοσηλευτής είναι απαραίτητες να πλαισιώνουν τον άνθρωπο που νοσεί.

 

περισσότερα...

Αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια

H αιφνίδια αναστολή της ροής αίματος στον εγκέφαλο ή η αιμορραγία μέσα ή γύρω από τον εγκέφαλο σηματοδοτεί το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιφέρει τη διακοπή ή απώλεια της λειτουργίας των εγκεφαλικών κυττάρων. Η απώλεια των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου επιφέρει αλλαγές, καθώς διαταράσσει ή σταματά τη λειτουργία διαφόρων τμημάτων του σώματος. Αναλόγως με την περιοχή του εγκεφάλου που έχει προσβληθεί, μπορεί να προκληθούν διαταραχές στην ομιλία, την αισθητικότητα, τη μυϊκή ισχύ, την κινητικότητα, την όραση ή τις νοητικές λειτουργίες.

Σε μερικές περιπτώσεις έπειτα από το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο μπορεί να υπάρξει εν μέρει αποκατάσταση της βλάβης ή και πλήρης ίαση. Ενώ υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί να επιφέρει μόνιμη αναπηρία ή ακόμη και θάνατο.

Έχει διαπιστωθεί πως τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια αποτελούν τη σημαντικότερη αιτία αναπηρίας στους ενήλικες και μια από τις σημαντικότερες αιτίες θανάτου παγκοσμίως. Οι επιπτώσεις που προκαλούν είναι σοβαρές καθώς επηρεάζουν σωματικά, ψυχικά, κοινωνικά αλλά και οικονομικά τόσο τον ίδιο τον άνθρωπο, όσο και την οικογένειά του.

Υπάρχουν δύο τύποι αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων:

  • το Αιμορραγικό Επεισόδιο: υπάρχει αίμα εντός ή γύρω από τον εγκέφαλο. Συνήθως προκαλούνται από την παρουσία ανευρυσμάτων στα αγγεία του εγκεφάλου που «σκάνε» και προκαλούν αιμορραγία στον εγκέφαλο ή η από ρήξη μικρών αγγείων εντός του εγκεφάλου.
  • το Ισχαιμικό Επεισόδιο: η αναστολή της ροής του αίματος σε τμήμα του εγκεφάλου μέσω των αγγείων. Χωρίς ροή αίματος το τμήμα αυτό του εγκεφάλου υφίσταται βλάβη. Συνήθως προκαλούνται από στένωση των μεγάλων αγγείων προς τον εγκέφαλο ή των μικρών αρτηριών εντός του εγκεφάλου ή και από την ύπαρξη κάποιου θρόμβου.

Πως μπορεί κάποιος να υποψιαστεί ή να αναγνωρίσει ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο;

Αν κάποιος διαπιστώσει ξαφνική διαταραχή στην ομιλία και την άρθρωση ή στράβωμα του στόματος και του προσώπου. Επίσης, ξαφνική μυϊκή αδυναμία στο χέρι ή το πόδι με δυσκολία στη στάση και τη βάδιση, μούδιασμα ή απώλεια της αισθητικότητας στο μισό του σώματος, ξαφνική ζάλη, ναυτία και αστάθεια, διαταραχή της όρασης και σε ορισμένες περιπτώσεις ξαφνικός και ιδιαίτερα έντονος πονοκέφαλος μπορεί να αποτελούν επιπλέον συμπτώματα που σηματοδοτούν την ύπαρξη ισχαιμικού ή αιμορραγικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου.

Αν διαπιστώσετε οτιδήποτε από τα παραπάνω, χρειάζεται άμεση και χωρίς καμιά καθυστέρηση μεταφορά του ανθρώπου στο πλησιέστερο νοσοκομείο.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση από τον νευρολόγο τίθεται εφόσον έχει προηγηθεί η αξιολόγηση της κλινική εικόνας και έχει πραγματοποιηθεί νευρολογικός έλεγχος, αιματολογικές εξετάσεις και απεικόνιση του εγκεφάλου και των αγγείων του εγκεφάλου. Σε ορισμένες περιπτώσεις σε συνεργασία με έναν καρδιολόγο είναι σημαντικό να πραγματοποιηθεί Ηλεκτροκαρδιογράφημα, υπερηχοκαρδιογράφημα, καταγραφή του καρδιακού ρυθμού και διάφορες δοκιμασίες της καρδιακής λειτουργίας.

Υπάρχει θεραπεία;

Για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας σπουδαίο ρόλο διαδραματίζει η άμεση ανταπόκριση και ιατρική φροντίδα. Κάθε δευτερόλεπτο είναι χρήσιμο!

Όταν η κινητοποίηση είναι άμεση, σε ορισμένες περιπτώσεις χορηγείται φάρμακο που διαλύει το θρόμβο, ο ενεργοποιητής ιστικού πλασμινογόνου (tPA), ο οποίος μπορεί να βελτιώσει την εξέλιξη. Όσο νωρίτερα δοθεί η θεραπεία τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα υπάρχει να βοηθήσει. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις υπάρχουν και άλλοι τρόποι απομάκρυνσης των θρόμβων του αίματος από τα αγγεία του εγκεφάλου.

Εφόσον υπάρξει το εγκεφαλικό επεισόδιο, συνήθως ακολουθείται ένα θεραπευτικό πρωτόκολλο το οποίο στοχεύει στη μείωση των κινδύνων επιπλοκών, βελτιστοποιώντας την ανάρρωση και προλαμβάνοντας μελλοντικά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Το πρωτόκολλο αυτό περιλαμβάνει φάρμακα τα οποία ρευστοποιούν το αίμα, μειώνουν την αρτηριακή πίεση και τη χοληστερίνη. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις τοποθετούνται επεμβατικά βοηθήματα (stents) τα οποία ανοίγουν το εσωτερικό των στενομένων αιμοφόρων αγγείων στον αυχένα.

Υπάρχει αποκατάσταση έπειτα από ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο;

Κάποιοι άνθρωποι καταφέρνουν να έχουν πλήρη ίαση. Ωστόσο υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που το εγκεφαλικό επεισόδιο έχει αφήσει το αποτύπωμά του. Η βλάβη σχετίζεται ανάλογα με τη θέση και το μέγεθος του εγκεφαλικού επεισοδίου. Ενδεικτικά αναφέρονται ορισμένες από τις βλάβες που προκύπτουν:

  • Προβλήματα στη μνήμη και την προσοχή
  • Δυσκολία στην ομιλία ή την αντίληψη του προφορικού λόγου
  • Δυσκαταποσία
  • Συναισθηματικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη
  • Απώλεια όρασης (συνήθως από τη μία πλευρά)
  • Απώλεια της μυϊκής ισχύος ή της αίσθησης της μίας πλευράς του σώματος
  • Απώλεια ισορροπίας ή ικανότητας βάδισης

Η αποκατάσταση συντελεί στην απόκτηση και επαναφορά της λειτουργίας που έχει προσβληθεί. Αναλόγως ποια είναι η βλάβη, θα γίνει και η κατάλληλη σύσταση για τον ειδικό που θα βοηθήσει στην αποθεραπεία (εργοθεραπευτής, φυσιοθεραπευτής, ψυχολόγος, λογοθεραπευτής κ.ά). Με την αποκατάσταση ορισμένες περιπτώσεις θα παρουσιάσουν αρκετή βελτίωση.

Υπάρχει πρόληψη;

Σημαντικοί παράγοντες για προφύλαξη και πρόληψη από την ύπαρξη εγκεφαλικών επεισοδίων είναι:

  • παρακολούθηση και ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης
  • έλεγχος των τιμών σακχάρου και της χοληστερίνης
  • διακοπή του καπνίσματος και άλλων ουσιών
  • συστηματική σωματική άσκηση
  • ελάττωση του σωματικού βάρους
  • σωστός και ποιοτικός ύπνος

Επίσης σε ηλικιωμένους ανθρώπους η τακτική παρακολούθηση της καρδιακής λειτουργίας και η ανίχνευση συμπτωμάτων τυχόν κολπικής μαρμαρυγής, καθώς και η κατάλληλη αντιπηκτική αγωγή μπορούν να προλάβουν σοβαρά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.

 

 

 

περισσότερα...

Επιληψία

Η επιληψία είναι μία χρόνια διαταραχή, κατά την οποία υπάρχουν επαναλαμβανόμενες, απρόκλητες επιληπτικές κρίσεις. Ως επιληπτική κρίση αναφέρεται το επεισόδιο απορρύθμισης του εγκεφάλου και το οποίο εκδηλώνεται με διάφορες μορφές (πχ. σπασμούς στα χέρια ή και τα πόδια, απώλεια ούρων, απώλεια συνείδησης – λιποθυμία, οπτικές (πχ. λάψεις, φωτάκια) ή ακουστικές διαταραχές, μουδιάσματα κ.ά.). Η κρίση επέρχεται λόγω της ξαφνικής αύξησης της ηλεκτρική δραστηριότητας του εγκεφάλου. Κατά την επιληψία υπάρχουν επαναλαμβανόμενες επιληπτικές κρίσεις. Συνήθως πριν από κάθε επεισόδιο επιληπτικής κρίσης προηγείται κάποιο προειδοποιητικό σύμπτωμα, όπως ενόχληση στο στομάχι, αίσθημα φόβου, ναυτία κλπ. Αυτό ονομάζεται ως επιληπτική αύρα.

Που οφείλεται μια επιληπτική κρίση;

Διάφοροι είναι οι παράγοντες που μπορεί να την πυροδοτήσουν. Μερικοί από αυτούς είναι:

  • Εγκεφαλική αιμορραγία
  • Ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο
  • Όγκος εγκεφάλου
  • Χτύπημα στο κεφάλι
  • Μηνιγγίτιδα
  • Υδροκέφαλος
  • Πυρετός (κυρίως στα παιδιά, οι λεγόμενοι πυρετικοί σπασμοί)
  • Χρόνια χρήση ουσιών (ναρκωτικών, φαρμάκων) ή αλκοόλης
  • Άνοια τύπου Alzheimer (κυρίως σε προχωρημένο στάδιο)
  • Μεταβολικές διαταραχές

Ποιοι παράγοντες μπορεί να πυροδοτήσουν μια επιληπτική κρίση;

Υπάρχουν παράγοντες που μπορούν να πυροδοτήσουν τις επιληπτικές κρίσεις. Μερικοί από αυτούς είναι η παράλειψη δόσεων της χορηγούμενης θεραπείας, το στρες, η έλλειψη ύπνου, η συναισθηματική επιβάρυνση ή οι ορμονικές μεταβολές. Επίσης, ένας ακόμη εκλυτικός παράγοντας μπορεί να είναι τα φώτα που αναβοσβήνουν ή ακόμα και το έντονο φως του ηλίου, κυρίως σε αυτούς που πάσχουν από φωτοευαίσθητη επιληψία.

Υπάρχει διαφορά στη διάγνωση των επιληπτικών κρίσεων;

Οι επιληπτικές κρίσεις ταξινομούνται σε τρεις τύπους διαγνώσεων και η οποία γίνεται πάντα σύμφωνα με την αξιολόγηση του ειδικού. Αυτές οι τρεις κατηγορίες είναι:

  • Ιδιοπαθής: όταν δεν υπάρχει προφανής αιτία επιληψίας ή δεν ανευρίσκεται συγκεκριμένο αίτιο πυροδότησης
  • Κρυπτογενής:  όταν υπάρχει πιθανότατα αιτίας της επιληψίας, χωρίς ωστόσο ο ειδικός να μπορεί με σαφήνεια να την επισημάνει
  • Συμπτωματική: όταν η αιτία είναι σαφής

Ποια είναι τα συμπτώματα που εμφανίζει ένας άνθρωπος με επιληψία;

Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της επιληψίας είναι οι επαναλαμβανόμενες κρίσεις. Υπάρχουν, όμως, και ορισμένα ακόμη συμπτώματα τα οποία υποδηλώνουν πως ένα άτομο έχει επιληψία. Επομένως, εάν εμφανιστούν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω συμπτώματα και ειδικά στις περιπτώσεις όπου μπορεί να επαναλαμβάνονται, τότε χρειάζεται να γίνει αξιολόγηση από τον ειδικό:

  • Σύγχυση
  • Ακινησία
  • Συσπάσεις των άκρων
  • Απώλεια αισθήσεων

Υπάρχει θεραπεία;

Εφόσον τεθεί η διάγνωση, τότε ο ειδικός θα συστήσει για το ποια είναι η καλύτερη αντιμετώπιση και θεραπεία. Υπάρχουν διάφορες φαρμακευτικές ουσίες που δρουν αποτελεσματικά στη διαχείριση των κρίσεων και αφορούν την αντιεπιληπτική αγωγή. Ανάλογα πάντα με τη διάγνωση και την περίπτωση του ξεχωριστή περίπτωση που μπορεί να παρουσιάζει κάθε άνθρωπος, οι φαρμακευτικές ουσίες που προτείνονται είναι: η φαινυτοΐνη, η καρβαμαζεπίνη, η φαινοβαρβιτάλη, το βαλπροϊκό οξύ, η αιθουσοξιμίδη, η διαζεπάμη, η γκαμπαπεντίνη, η λαμοτριγίνη καθώς και η τιαγκαμπίνη, η τοπιραμάτη και η βιγκαμπατρίνη.  Όποιο φαρμακευτικό πρωτόκολλο ακολουθηθεί, ο βασικός στόχος είναι να αποτραπεί η εμφάνιση περαιτέρω επιληπτικών κρίσεων και παράλληλα να αποφευχθούν τυχόν παρενέργειες. Είναι σημαντικό να μπορέσει ο άνθρωπος με επιληψία να έχει μια φυσιολογική, ενεργή και ποιοτική ζωή χωρίς οι επιληπτικές κρίσεις να γίνονται εμπόδιο στην καθημερινότητά του.

 

 

 

 

περισσότερα...

Πόνος

Ο πόνος είναι ένα πολύ έντονο ή καταστροφικό σωματικό ερέθισμα, το οποίο προκαλεί μια δυσάρεστη αίσθηση στον άνθρωπο που τον βιώνει. Η αίσθηση του πόνου είναι υποκειμενική, γι’ αυτό και εκφράζεται διαφορετικά από άνθρωπο σε άνθρωπο. Επηρεάζεται από την κατάσταση του εγκεφάλου μέσα στον οποίο σχηματίζεται, καθώς από παράγοντες όπως η συνήθεια, η ψυχική κατάσταση, η χρήση ουσιών οι οποίοι επιδρούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και συμβάλλουν στην υποκειμενικότητα.

Ποια είναι η χρησιμότητα του πόνου;

Ο πόνος έχει προστατευτικό ρόλο σε κάθε ζωντανό οργανισμό. Ουσιαστικά λειτουργεί ως μια προειδοποίηση προκειμένου να φυλαχτεί από διάφορους κινδύνους, οι οποίες μπορεί να έχουν δυσάρεστες συνέπειες. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν αίσθηση του πόνου, καθώς μπορεί να μην λειτουργεί το κέντρο του πόνου στον εγκέφαλο ή γιατί μπορεί να βρίσκεται σε καταστολή από φάρμακα, τοπική αναισθησία κ.ά. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποστούν βλάβες, γιατί δεν μπορούν να φυλαχτούν.

Η αίσθηση του πόνου προέρχεται από το δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ των νεύρων, του νωτιαίου μυελού και του εγκεφάλου. Σε ολόκληρο το σώμα και ειδικά στο δέρμα και στα εσωτερικά όργανα υπάρχουν υποδοχείς πόνου. Όταν αυτοί οι υποδοχείς διεγείρονται λόγω πιθανής βλάβης, όπως ένα κόψιμο ή άλλος τραυματισμός, αμέσως εκπέμπουν ηλεκτρικά σήματα στον εγκέφαλο, προκαλώντας την αίσθηση του πόνου.

Μπορεί να διαχωριστεί ο πόνος;

Γενικά ο πόνος ανάλογα με την έντασή του διαβαθμίζεται σε αμβλύ, ήπιο και έντονο ή οξύ. Επίσης, ανάλογα με τη χρονική διάρκεια που έχει χαρακτηρίζεται ως παροδικός, περιστασιακός και χρόνιος. Η κατηγοριοποίηση του πόνου διευκολύνει τον ειδικό να κατανοήσει αυτό που περιγράφει και βιώνει ο άνθρωπος και να μπορέσει να συμβάλλει στην κατάλληλη αντιμετώπισή του.

Ως οξύς πόνος αναφέρεται η περίπτωση που υπάρχει αιφνίδια έναρξη και η αίσθηση είναι έντονη. Συνήθως είναι η συγκεκριμένη η αιτία που τον προκάλεσε, καθώς εμφανίζεται γύρω από τον τραυματισμένο ή πάσχοντα ιστό. Παράλληλα, μπορεί να επιφέρει και άλλα συνοδά συμπτώματα όπως ταχυκαρδία, ταχύπνοια και αύξηση της αρτηριακής πίεσης.

Ως χρόνιος πόνος αναφέρεται η περίπτωση που η διάρκειά του είναι πάνω από τρεις μήνες με έξι μήνες και η έναρξη της εμφάνισής του δεν μπορεί να προσδιοριστεί με σαφήνεια. Ένας χρόνιος πόνος μπορεί να έχει επέλθει έπειτα από την επούλωση προηγούμενου τραύματος και να διαρκέσει χρόνια. Η έντασή του κυμαίνεται από ήπια έως σοβαρή. Αν δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα, μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα ζωής ενός ανθρώπου. Συχνοί χρόνιοι πόνοι είναι ο πονοκέφαλος, η οσφυαλγία-ισχιαλγία, ο πόνος στην πλάτη και στον αυχένα, ο πόνος από οστεοαρθρίτιδα και η ινομυαλγία.

Άλλες κατηγορίες του πόνου είναι:

  • Ο αλγαισθητικός, ο οποίος αφορά την πιο συχνή μορφή και εμφανίζεται με την παρουσία κάποιου τραυματισμού ή φλεγμονής.
  • Ο σπλαχνικός, ο οποίος οφείλεται σε τραυματισμούς ή βλάβες των εσωτερικών οργάνων και συνήθως περιγράφεται από το άτομο που τον βιώνει ως αίσθηση πίεσης, πόνου, κράμπας. Η ακριβής εντόπισή του συχνά είναι δύσκολο να γίνει και παράλληλα μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα όπως ναυτία, εμετός, αλλαγές στη θερμοκρασία του σώματος, τον καρδιακό ρυθμό και την αρτηριακή πίεση. Παρατηρείται σε περιπτώσεις όπως όταν υπάρχει πέτρα στη χολή, στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, στη σκωληκοειδίτιδα κ.ά.
  • Ο σωματικός ο οποίος εντοπίζεται στους ιστούς του σώματος (δέρμα, μυς, αρθρώσεις, συνδετικοί ιστοί, οστά) και όχι στα εσωτερικά όργανα. Η εντόπισή του γενικά είναι εύκολη. Συνήθως είναι συνεχής και αρκετά ενοχλητικός στον άνθρωπο που τον βιώνει.
  • Ο νευροπαθητικός ο οποίος οφείλεται σε βλάβη ή δυσλειτουργία κάποιου νεύρου του νευρικού συστήματος. Η βλάβη αυτή ουσιαστικά καταστρέφει τα νεύρα, με αποτέλεσμα να πυροδοτούνται λανθασμένα τα σήματα του πόνου. Ο πόνος αυτός δεν αντιστοιχεί σε κανένα τραυματισμό και η αίσθηση να δημιουργεί από πράγματα που δεν είναι επώδυνα, όπως ρούχα που έρχονται σε επαφή με το σώμα ή ο κρύος αέρας. Συνήθως περιγράφεται ως αίσθημα καύσου, πάγωμα, μούδιασμα, μυρμηγκιάσματα ή σαν να  «διαπερνάει» το σώμα ηλεκτρικό ρεύμα.

Ποια είναι η αντιμετώπιση του πόνου;

Για την κατάλληλη διαχείριση και αντιμετώπιση του πόνου, είναι απαραίτητη η σωστή αξιολόγηση και διάγνωση από τον ειδικό. Η εμπιστοσύνη και η καλή συνεργασία μεταξύ του ασθενή και του γιατρού οδηγεί σε ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Για την αντιμετώπιση και ανακούφιση από τα συμπτώματα του πόνου συστήνεται τόσο η φαρμακευτική όσο και η μη φαρμακευτική παρέμβαση. Φαρμακολογικά συνήθως χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμωνώδη φάρμακα και οπιοειδή. Ενώ σχετικά με τις φαρμακευτικές παρεμβάσεις προτείνονται ο βελονισμός, η φυσιοθεραπεία, οι τεχνικές χαλάρωσης, η ψυχοθεραπεία.

 

περισσότερα...