Δυσμηνόρροια

Η δυσμηνόρροια ουσιαστικά αναφέρεται στους έντονους και υπερβολικούς πόνους που βιώνει μια γυναίκα λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρήσεως (περίοδος). Οι πόνοι της περιόδου οφείλονται σε επώδυνες μυϊκές συσπάσεις (κράμπες) της μήτρας. Οι λόγοι εμφάνισή τους διακρίνονται σε σωματικές αλλά και ψυχολογικές. Στα σωματικά αίτια πιθανόν να επηρεάζει η αυξημένη παραγωγή ουσιών τοπικά από το ενδομήτριο της μήτρας (προταγανδίνη F2a) και από την υπόφυση του εγκεφάλου (αντιδιουρητική ορμόνη), οι οποίες στη συνέχεια δημιουργούν αγγειοσύσπαση στο μυ της μήτρας με αποτέλεσμα την ελαττωμένη οξυγόνωση. Στη συνέχεια παράγονται τοπικά ουσίες (λευκοτριένες, αναερόβιοι μεταβολίτες) οι οποίες ενεργοποιούν τα νεύρα, τα οποία στέλνουν το επώδυνο ερέθισμα στον εγκέφαλο. Τα ψυχολογικά αίτια σχετίζονται με τη διάσταση και ερμηνεία που δίνει ο εγκέφαλος στην ενόχληση, καθώς και το βαθμό που επιτρέπει να επηρεάσει τις υπόλοιπες δραστηριότητες και το συναίσθημα.

Πολλές γυναίκες υποφέρουν από έντονους πόνους κατά την περίοδο και συνήθως αναζητούν ανακούφιση από διάφορα φαρμακευτικά σκευάσματα. Αυτό έχει ως συνέπεια να επηρεάζεται η καθημερινότητά τους και η ποιότητα ζωής, καθώς η περίοδος βιώνεται κάθε φορά ως μια αρνητική κατάσταση.

Πως βοηθάει ο βελονισμός στη δυσμηνόρροια;

Είναι σημαντικό πριν ξεκινήσει η θεραπεία με τη μέθοδο του βελονισμού να διερευνηθεί η ακριβής αιτιολογία που προκαλεί τη δυσμηνόρροια. Η αρχική διάγνωση, η οποία προέρχεται από γυναικολόγο, χρειάζεται να διευκρινίζει κατά πόσο η δυσμηνόρροια είναι πρωτοπαθής (μη παθολογική κατάσταση) ή δευτεροπαθής. Με αυτόν τον τρόπο θα γίνει εξατομίκευση για τη θεραπευτική αντιμετώπιση που χρειάζεται να ακολουθήσει μια γυναίκα, ανάλογα με τη σοβαρότητα των πόνων και τις ανάγκες ή αντιδράσεις της.

Ο βελονισμός απευθύνεται κυρίως στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας και δρα θεραπευτικά, τόσο στα σωματικά αιτία του πόνου όσο και στο ψυχολογικό υπόβαθρο της δυσφορίας. Με τον ιατρικό βελονισμό ρυθμίζονται οι νευροενδοκρινικές λειτουργίες στον άξονα υποθάλαμος-υπόφυση-ωοθήκες, έχει ανασταλτική και μυοχαλαρωτική δράση στους μυϊκούς σπασμούς της μήτρας, μειώνει τη φλεγμονή προωθώντας την έκλυση αγγειακών και ανοσοτροποποιητικών παραγόντων και αυξάνει την ανοχή στον πόνο.