Οσφυο-ισχιαλγία

Η οσφυο-ισχιαλγία αναφέρεται στον πόνο που εκδηλώνεται στην οσφυϊκή περιοχή (μέση). Στην ουσία δεν πρόκειται για πάθηση αλλά για σύμπτωμα που υποδηλώνει λειτουργικές διαταραχές οφειλόμενες σε κάποια αίτια. Είναι ένα επώδυνο αίσθημα, το οποίο που διαφέρει σε διάρκεια (οξεία ή χρόνια) και σε ένταση (ήπιος έως έντονος πόνος). Η οσφυο-ισχιαλγία αποτελεί ένα συχνό πρόβλημα που ταλαιπωρεί αρκετούς ανθρώπους.

Πως βοηθάει ο βελονισμός στην περίπτωση της οσφυο-ισχιαλγίας;

Ανεξάρτητα από την αιτιολογία εμφάνισης της οσφυο-ισχιαλγίας, ο βελονισμός ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των περισσότερων περιπτώσεων. Συνήθως συστήνεται ως θεραπευτική παρέμβαση είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά με άλλες θεραπείες. Ο ειδικός γνωρίζοντας την ιατρική κατάσταση και την ιδιαίτερη συμπτωματολογία του ατόμου, εφαρμόζει τις ειδικές βελόνες στα σωστά σημεία. Με τη μέθοδο του βελονισμού προκαλούνται σημαντικές αλλαγές στη βιοχημεία του αίματος προσφέροντας σημαντική αντιφλεγμονώδη και αναλγητική δράση, η οποία είναι ικανή να αντικαταστήσει τη φαρμακευτική αγωγή μιας συντηρητικής αγωγής (αντιφλεγμονώδη, κορτικοστεροειδή, αναλγητικά, μυοχαλαρωτικά και ηρεμιστικά φάρμακα).  Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι βελόνες συνδέονται με συσκευή ηλεκτροθεραπείας χορηγώντας ηλεκτρικό ρεύμα ελεγχόμενης συχνότητας και έντασης. Η μέθοδος αυτή αυξάνει την αναλγητική δράση με την έκκριση ενδογενών οποιοειδών αναλγητικών πεπτιδίων και επιτυγχάνει την κινητοποίηση των παρασπονδυλικών μυών που βρίσκονται σε σύσπαση. Με αυτήν την κινητοποίηση αυξάνεται τοπικά η αιμάτωση, απομακρύνεται το γαλακτικό οξύ και καταστέλλεται η φλεγμονή που δημιουργεί την αίσθηση του πόνου.

Γενικά ο ιατρικός βελονισμός δρα αποτελεσματικά στην ταχύτερη αποκατάσταση των ατόμων. Ειδικότερα στις περιπτώσεις που η οσφυο-ισχιαλγία οφείλεται σε μυϊκό σπασμό των παρακείμενων μυών, σε μικρή πρόπτωση του μεσοσπονδύλιου δίσκου, σε οστεοαρθρίτιδα (χωρίς σοβαρές αλλοιώσεις), σε ρευματοειδή αρθρίτιδα ή αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα, ο βελονισμός μπορεί να προσφέρει γρήγορη ανακούφιση και να επιταχύνει την κινητοποίηση του ατόμου. Ωστόσο, το κατά πόσο θα ανταποκριθεί το άτομο στη συγκεκριμένη θεραπεία σχετίζεται αφενός με τις υποκείμενες ανατομικές αλλοιώσεις που παρουσιάζει και αφετέρου με τη χρονιότητα της νόσου. Επομένως και ο καθορισμός των απαιτούμενων συνεδρίων γίνεται από τον ειδικό, ο οποίος αξιολογεί την παθογένεια και τη συμπτωματολογία του κάθε ατόμου.