Κεφαλαλγίες – ημικρανίες

Ως κεφαλαλγία ονομάζεται ο γνωστός σε όλους μας, πονοκέφαλος. Πρόκειται για ένα από τα πιο συνηθισμένα προβλήματα υγείας, που επηρεάζει αρκετούς ανθρώπους. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι εμφανίζουν κάποια στιγμή της ζωής τους ενόχληση λόγω κεφαλαλγίας. Η πιο κοινή μορφή πονοκεφάλου είναι η κεφαλαλγία τάσης και η ημικρανία. Κάθε μορφή κυμαίνεται από ήπια έως έντονη και μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την καθημερινότητα του ανθρώπου. Στην κεφαλαλγία τάσης ο πόνος χαρακτηρίζεται από ήπιας έως μέτρια ένταση, εξελίσσεται σταδιακά και συνήθως οι πάσχοντες τον περιγράφουν ως «σφίξιμο» ή «πίεση» γύρω από το κεφάλι. Συνήθως δεν επιδεινώνεται με τη σωματική δραστηριότητα και δεν συνοδεύεται από συμπτώματα όπως ναυτία, φωτοφοβία ή ηχοφοβία, κάτι το οποίο συμβαίνει στις περιπτώσεις της ημικρανίας.

Κεφαλαλγίες τάσης: ποια είναι η αιτία που τη δημιουργεί και ποια είναι τα συμπτώματά της;

Ουσιαστικά πρόκειται για ένα διάχυτο πόνο, ο οποίος αξιολογείται από ήπια έως μέτρια ένταση, και συνήθως περιγράφεται ως «μια σφιχτή ζώνη» γύρω από το κεφάλι, το μέτωπο, τους κροτάφους έως το πίσω μέρος του κεφαλιού. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η αιτία που την προκαλεί είναι η αλλαγή στη συγκέντρωση ουσιών στο αίμα που σχετίζονται με τη λειτουργία των νευρικών κυττάρων, όπως η σεροτονίνη και οι ενδορφίνες. Ωστόσο υπάρχουν κάποιο εκλυτικοί παράγοντες που την πυροδοτούν όπως είναι το stress, η κατάθλιψη, οι διαταραχές στον ύπνο και η κακή στάση του σώματος (κυρίως όταν επιβαρύνεται η περιοχή του κεφαλιού).

Μια κρίση κεφαλαλγίας μπορεί να διαρκέσει από 30 λεπτά, έως και μερικές ώρες ή ακόμη και μέρες. Υπάρχουν άτομα που εμφανίζουν τα συμπτώματα αυτά σποραδικά (μερικές φορές το μήνα), ενώ άλλοι συχνότερα, ή ακόμη και καθημερινά. Ένας άνθρωπος θεωρείται ότι πάσχει από χρόνια κεφαλαλγία τάσης, στην περίπτωση που εμφανίζει πάνω από 15 ημέρες το μήνα πονοκέφαλο και τουλάχιστον για 3 μήνες.

Ποια είναι η θεραπεία για την κεφαλαλγία τάσης;

Για την κατάλληλη θεραπεία χρειάζεται να έχει προηγηθεί η σωστή αξιολόγηση και συνεργασία με τον ειδικό. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της κεφαλαλγίας, καθώς και η πρόληψη γίνεται τόσο με φαρμακευτική αγωγή όσο και με μη φαρμακευτικά μέσα. Η αγωγή συνήθως που ακολουθείται στις περιπτώσεις αυτές είναι η χορήγηση από κοινά παυσίπονα (ουσίες όπως η παρακεταμόλη και η ασπιρίνη), μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ιβουπροφένη, ναπροξένη, ινδομεθακίνη) και συνδυασμοί φαρμάκων όπως παρακεταμόλη με καφεΐνη ή με κωδεΐνη. Η μη φαρμακευτική αντιμετώπιση της κεφαλαλγίας αφορά κάποιες τεχνικές μυϊκής χαλάρωσης όπως τα κρύα ή ζεστά επιθέματα και οι μαλάξεις. Στις περιπτώσεις της χρόνιας κεφαλαλγίας συνήθως προτείνεται η χορήγηση τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών (αμιτριπτυλίνη, νορτριπτυλίνη) ή των SSRI αντικαταθλιπτικών (παροξετίνη, φλουοξετίνη, βενλαφαξίνη).

Για την πρόληψη εμφάνισης των επεισοδίων κεφαλαλγίας είναι σημαντική η διαχείριση και αντιμετώπιση του stress, καθώς είναι από τους συνηθέστερους παράγοντες που πυροδοτούν την εμφάνισή της. Μερικοί μη φαρμακευτικοί τρόποι διαχείρισης του στρες είναι:

  • Τεχνικές μυϊκής χαλάρωσης (γιόγκα ή διαλογισμός)
  • Bελονισμός
  • Μασάζ
  • Ψυχοθεραπεία
  • Ψυχαγωγία ή χόμπι που ευχαριστούν και χαλαρώνουν τον κάθε άνθρωπο

Ημικρανία: ποια είναι η αιτία που τη δημιουργεί και ποια τα συμπτώματά της;

Πρόκειται για μια δυνατή έξαρση πονοκεφάλου, η οποία εντοπίζεται στο μισό του κεφαλιού και κυρίως πίσω από το μάτι και τον κρόταφο. Αυτή είναι και μια βασική διαφορά με την κεφαλαλγία τάσης, καθώς εκδηλώνεται σε μία πλευρά και όχι σε όλο το κεφάλι. Το σημείο εστίασης μπορεί να αλλάζει από ημικρανία σε ημικρανία. Επίσης, η διάρκειά της μπορεί να κυμαίνεται από μερικές ώρες έως και τις 3 με 5 ημέρες. Επίσης μια ακόμη διαφορά με την κεφαλαλγία τάσης είναι πως η ημικρανία μπορεί να συνοδεύεται σε ορισμένες περιπτώσεις από συμπτώματα όπως ναυτία και τάση για εμετό, οπτικές διαταραχές (αύρα, με φωτάκια και λάμψεις – φωτοφοβία), ηχοφοβία. Κατά τη διάρκεια μιας τυπικής έντονης ημικρανίας, το άτομο πολλές φορές αναγκάζεται να διακόψει τη δραστηριότητά του και να απομονωθεί σε ένα ήσυχο, σκοτεινό δωμάτιο. Τέλος, παρατηρείται πως αν το άτομο συνεχίζει τη σωματική του δραστηριότητα κατά τη διάρκεια ενός επεισοδίου ημικρανίας, αυτό οδηγεί σε επιδείνωση των συμπτωμάτων.

Υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ των πονοκεφάλων;

Γενικά κάθε μορφή οι κεφαλαλγίες χωρίζονται σε:

  • Πρωτοπαθείς: πρόκειται για τις συνηθέστερες μορφές πονοκεφάλου. Σε αυτές ανήκουν η κεφαλαλγία τάσεως, η ημικρανία και η αθροιστική κεφαλαλγία.
  • Δευτεροπαθείς: Τα αίτια που τις προκαλούν σχετίζονται με πολύ σοβαρές διαταραχές και χρειάζεται επείγουσα διερεύνηση. Τέτοιες περιπτώσεις συνήθως αφορούν όγκους του εγκεφάλου, λοιμώξεις, διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα, ρήξεις ανευρυσμάτων κ.ά. Απαραίτητη κρίνεται η απεικόνιση με μαγνητική τομογραφία και όποιες άλλες απεικονιστικές εξετάσεις συστήσει ο ειδικός.

Σε κάθε περίπτωση είναι χρήσιμο να συμβουλευτείτε τον ειδικό αν παρουσιάζετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα. Ο ειδικός είναι εκείνος που θα σας καθοδηγήσει για την καλύτερη και κατάλληλη αντιμετώπιση.

 

περισσότερα...

Χρόνιος και νευροπαθητικός πόνος

Ως νευροπαθητικός πόνος ορίζεται ο πόνος που προκύπτει ως άμεση συνέπεια μίας βλάβης ή νόσου, η οποία προσβάλλει το σωματοαισθητικό νευρικό σύστημα. Ο χρόνιος νευροπαθητικός πόνος είναι μια πολύπλοκη και δύσκολη κατάσταση, η οποία ταλαιπωρεί αρκετούς ανθρώπους. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη μορφή πόνου, καθώς διαφέρει αρκετά από το συνήθη σωματικό πόνο. Λόγω των παθολογικών μηχανισμών που υπάρχουν, ο νευροπαθητικός πόνος μεταπίπτει σε χρόνιο και συχνά συνοδεύεται από συμπτώματα όπως άγχος, κατάθλιψη, διαταραχές ύπνου και συνακόλουθα κακή ποιότητα ζωής.

Διακρίνεται σε περιφερικό και σε κεντρικό, ανάλογα με το σωματαισθητικό νευρικό σύστημα που έχει υποστεί βλάβη. Επίσης διαχωρίζεται σε οξύ και χρόνιο ανάλογα με τη διάρκεια του και ανάλογα με την αιτιολογία του σε πρωτογενή νευροπαθητικό πόνο και δευτερογενή νευροπαθητικό πόνο.

Από τι προκαλείται ο νευροπαθητικός πόνος;

Ο νευροπαθητικός πόνος επέρχεται έπειτα από βλάβη των νεύρων, η οποία μπορεί να προέλθει από ένα σύνολο παραγόντων όπως διάφορες παθήσεις, φάρμακα και χειρουργικές ή τραυματικές κακώσεις. Οι πάσχοντες νοιώθουν συνεχές και έντονο άλγος σαν κάψιμο ή ηλεκτρικό σοκ και περίεργα συμπτώματα όπως «βελόνιασμα», «μαχαιριές» και αιφνίδιο πόνο.

Ο περιφερικός νευροπαθητικός πόνος σχετίζεται με παθήσεις όπως η διαβητική περιφερική νευροπάθεια, η λοίμωξη έρπητα ζωστήρα, η ριζοπάθεια (οσφυαλγία), η νευραλγία τριδύμου, ο τραυματισμός με χειρουργική επέμβαση (μετατραυματικός και μετεγχειρητικός πόνος) και ο καρκίνος (καρκινικός πόνος). Ενώ ο κεντρικός νευροπαθητικός πόνος σχετίζεται με περιπτώσεις όπως το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, η βλάβη του νωτιαίου μυελού και η σκλήρυνση κατά πλάκας.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Οι άνθρωποι με νευροπαθητικό πόνο αναφέρουν πως ο πόνος είναι καυστικός, διαξιφιστικός και συνήθως είναι σταθερός. Εκδηλώνεται σαν ηλεκτρικό ρεύμα, βελονιές ή τσιμπήματα, ενώ συχνά συνοδεύεται από μυρμηγκιάσματα, μυϊκή αδυναμία, μούδιασμα και κνησμό.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Αν ένας άνθρωπος εμφανίζει κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα ή ενοχλήσεις χρειάζεται να απευθυνθεί στον ειδικό. Για τη διάγνωση ο νευρολόγος θα απαιτείται ένα πλήρες ιστορικό, νευρολογική εξέταση, χρήση ειδικών ερωτηματολογίων που χρησιμοποιούνται ως διαγνωστικά εργαλεία, αιματολογικές και ουρολογικές εξετάσεις, μαγνητική τομογραφία και όπου κριθεί απαραίτητο ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις.

Υπάρχει θεραπεία;

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση του νευροπαθητικού πόνου περιλαμβάνει τη χορήγηση των νεώτερων αντιεπιληπτικών (πρεγκαμπαλίνη, γκαμπαπεντίνη), αντικαταθλιπτικών (αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης-αδρεναλίνης), οπιοειδών αναλγητικών (τραμαδόλη, ταπεταντόλη, οξυκωδόνη), αντιαρρυθμικών (μεξιλετίνη), τοπικών διαδερμικών επιθεμάτων λιδοκαϊνης, ξυλοκαΐνης και καψαϊκίνης. Στις δύσκολες περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται τα φάρμακα, προτείνονται επεμβατικές τεχνικές.

Στόχος της θεραπευτικής αντιμετώπισης είναι η ανακούφιση του ανθρώπου από τον πόνο, η διατήρηση της λειτουργικότητάς του και γενικά η βελτίωση της ποιότητας ζωής.

 

περισσότερα...

Οσφυαλγία, ισχιαλγία, αυχεναλγία

Η οσφυαλγία, ή γνωστή και ως λουμπάγκο, πρόκειται για έναν πόνο που εκδηλώνεται χαμηλά στην περιοχή της πλάτης. Είναι ένα σύμπτωμα που σχετίζεται με κάθε πόνο στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης (μέση), ανεξάρτητα από την αιτία που τον προκαλεί. Μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα οποιασδήποτε ηλικίας. Όταν εκδηλώνεται σε νεαρότερες ηλικίες συνήθως οφείλεται σε αλλοίωση του μεσοσπονδυλίου δίσκου, ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες (ιδιαίτερα μετά τα 60 έτη) τις περισσότερες φορές οφείλεται  σε χρόνιες εκφυλιστικές αλλοιώσεις της σπονδυλικής στήλης (σπονδυλοαρθροπάθεια). Είναι ένα συχνό σύμπτωμα, το οποίο μπορεί να επηρεάσει ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων κάποια στιγμή στη ζωή τους. Αίτια: Συνήθως προκαλείται από καλοήθη μυοσκελετικά προβλήματα όπως σπονδυλαρθρίτιδα, οστεοπόρωση, κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου κ.ά. Άλλες αιτίες μπορεί να είναι ο τραυματισμός, η σπονδυλολίσθηση, η σπονδυλόλυση, διάφορες φλεγμονώδεις παθήσεις, οι πρωτοπαθείς νεοπλασίες (μυέλωμα ή νευρίνωμα), οι δευτεροπαθείς μεταστατικές εντοπίσεις στη σπονδυλική στήλη ή μετεγχειρητικά σύνδρομα πόνου. Συμπτώματα: Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι ο πόνος στην περιοχή της μέσης και ποικίλει τόσο σε ένταση όσο και σε διάρκεια. Η έναρξη συνήθως είναι αιφνίδια και επέρχεται έπειτα από σήκωμα βάρους ή απότομη κίνηση ή άλλες φορές και χωρίς ιστορικό τραυματισμού. Πέρα από την περιοχή της μέσης, ο πόνος μπορεί να αντανακλά και στα κάτω άκρα (σε περίπτωση δισκοκήλης) με αποτέλεσμα σε ορισμένες περιπτώσεις να επηρεάσει την κινητικότητα της σπονδυλικής στήλης.

Η ισχιαλγία είναι ο πόνος που αντανακλά από τη μέση κατά μήκος του ποδιού και συνοδεύεται αρκετές φορές από συμπτώματα όπως μούδιασμα, απώλεια της αίσθησης και μυϊκή αδυναμία στο πόδι. Αίτια: Εκδηλώνεται έπειτα από βλάβη ή πίεση του ισχιακού νεύρου προκαλώντας πόνο στο κάτω μέρος της πλάτης που εκτείνεται στο ισχίο, τους γλουτούς και το πόδι. Συνήθως προκαλείται από την ύπαρξη κήλης του δίσκου, στένωση σπονδύλου, όγκους του νωτιαίου μυελού, σύνδρομο απιοειδούς, τραυματισμό ή φλεγμονή. Συμπτώματα: Το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα είναι ο πόνος χαμηλά στην πλάτη, ο οποίος αντανακλάται στο ισχίο, τους γλουτούς και το κάτω μέρος του ποδιού. Συνήθως ο πόνος επηρεάζει μόνο το ένα πόδι και επιδεινώνεται με το κάθισμα, το βήξιμο ή το φτέρνισμα. Μερικές φορές υπάρχουν συμπτώματα όπως μούδιασμα στο πόδι, αδυναμία ή αίσθηση «γαργαλητού». Η εμφάνιση των συμπτωμάτων είναι αιφνίδια και η διάρκειά τους μπορεί να είναι για ημέρες ή εβδομάδες.

Η αυχεναλγία αφορά τον πόνο που εμφανίζεται στην πρώτη περιοχή (μοίρα) της σπονδυλικής στήλης, δηλαδή την αυχενική. Ο αυχένας αποτελείται από τους επτά πρώτους σπονδύλους της σπονδυλικής στήλης. Αίτια: Ως αίτιο συχνά αναφέρεται η παρατεταμένη κάμψη της κεφαλής (πχ. κακή στάση εργασίας σε υπολογιστή, στον ύπνο κλπ). Η καταπόνηση που δημιουργείται με την παρατεταμένη και συνεχή επιβάρυνση λόγω κάμψης της κεφαλής μπορεί σταδιακά να προκαλέσει εκφύλιση στο βασικό σταθεροποιητικό στοιχείο της αυχενικής σπονδυλικής στήλης, δηλαδή στον μεσοσπονδύλιο δίσκο. Επίσης, άλλες συνηθέστερες καταστάσεις που προκαλούν αυχεναλγία μπορεί να είναι η οστεοαρθρίτιδα, κάποιος τραυματισμός, μια φλεγμονή στην γύρω περιοχή του αυχένα και η μηνιγγίτιδα. Συμπτώματα: Τα συμπτώματα μπορεί να ποικίλουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Μερικά από αυτά είναι ο πόνος στον αυχένα, η δυσκαμψία του αυχένα, ο πονοκέφαλος (αυχενογενής κεφαλαλγία), η ζάλη ή ακόμα και ίλιγγος, ο πόνος που αντανακλάται στα χέρια ή στην ράχη. Επίσης, μπορεί να εμφανίζονται συμπτώματα όπως μουδιάσματα, αίσθηση «καψίματος» μέρους ή ολόκληρου του χεριού.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Για τη σωστή διάγνωση και αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της οσφυαλγίας, της ισχιαλγίας και της αυχεναλγίας θα πρέπει να πραγματοποιηθεί εξέταση από τον ειδικό. Ο γιατρός θα αξιολογήσει την κλινική εικόνα και την περιγραφή των συμπτωμάτων, ώστε να κρίνει την αναγκαιότητα για διενέργεια περαιτέρω απεικονιστικών και πιο ειδικών εξετάσεων.

Υπάρχει θεραπεία;

Ανάλογα με τη διάγνωση που θα τεθεί και την αιτία που προκαλεί τα εν λόγω συμπτώματα, ο ειδικός θα συστήσει την κατάλληλη θεραπεία πάντα σε ένα εξατομικευμένο πλαίσιο προσέγγισης. Η εξατομικευμένη προσέγγιση σχετίζεται με το υποκείμενο σύμπτωμα που ταλαιπωρεί τον άνθρωπο που βιώνει το συγκεκριμένο πόνο, την ηλικία, τις ενδεχόμενες σύνοδες παθήσεις, τις υποτροπές, την καθημερινή του δραστηριότητα και ανάγκες. Συνήθη θεραπευτικά πλάνα είναι η φαρμακευτική αντιμετώπιση (χορήγηση φαρμάκων ή ενέσιμων μορφών) και σε προχωρημένες καταστάσεις οι επεμβατικές τεχνικές. Επίσης, ως μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις προτείνονται: η φυσιοθεραπεία, ο βελονισμός, τα κρύα ή ζεστά επιθέματα, η ανάπαυση, η υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών (πχ. απώλεια βάρους), η αλλαγή στάσης σώματος, η ένταξη της άσκησης (yoga, pilates, κολύμβηση) κ.ά.

Ο γενικότερος σκοπός της θεραπευτικής αντιμετώπισης και της αποκατάστασης είναι η μείωση και ανακούφιση από το αίσθημα του πόνου και η βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου, η αύξηση της λειτουργικότητας και της φυσικής του δραστηριότητας.

 

περισσότερα...

Νευραλγία τριδύμου

H νευραλγία τριδύμου αφορά ένα σύνδρομο χρόνιου νευροπαθητικού πόνου στην περιοχή του προσώπου. Πρόκειται για μια πολύ επώδυνη κατάσταση, καθώς η περιοχή του προσώπου έχει πολύ πυκνή κατανομή αισθητικών νευρικών απολήξεων ανά τετραγωνικό εκατοστόμετρο. Συνήθως προσβάλει τη μία πλευρά του προσώπου. Συχνά εμφανίζεται μεταξύ των ηλικιών 50 και 70, προσβάλλοντας κυρίως τις γυναίκες.

Ποιος είναι ο λόγος εμφάνισης της νευραλγίας τριδύμου;

Το τρίδυμο νεύρο είναι το πέμπτο κρανιακό νεύρο και είναι ένα μεικτό νεύρο. Αυτό σημαίνει ότι νευρώνει αισθητικά το μεγαλύτερο μέρος του προσώπου παρέχοντας και κινητική νεύρωση στους μασητήρες. Διαχωρίζεται σε τρεις κλάδους, τον οφθαλμικό, τον άνω γναθιαίο και τον κάτω γναθιαίο. Η νευραλγία προκύπτει από προσβολή του τριδύμου νεύρου. Για την εμφάνιση αυτού του συνδρόμου η ακριβής αιτιολογία δεν έχει ακόμη εξακριβωθεί. Ως μια πιθανή αιτιολογία ορίζεται η συμπίεση του τριδύμου νεύρου από κάποιο μείζον αγγείο με το οποίο βρίσκεται σε γειτνίαση. Συνήθως πρόκειται για την άνω παρεγκεφαλιδική αρτηρία, ενώ ορισμένες φορές εμπλέκονται η οπίσθια άνω και κάτω παρεγκεφαλιδική καθώς και η σπονδυλική αρτηρία. Επίσης, η απομυελίνωση του τριδύμου μπορεί να προκύπτει λόγω σκλήρυνσης κατά πλάκας ή συμπίεσης του νεύρου από όγκο. Τέλος, κάποιες φορές σχετίζεται με τραύμα ή οδοντιατρικές επεμβάσεις.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Ο πόνος της νευραλγίας τριδύμου χαρακτηρίζεται ως οξύς και διαξιφιστικός. Περιγράφεται ως αίσθημα ηλεκτρικού ρεύματος ή σαν «μαχαιριές», που ταξιδεύουν στο πρόσωπο μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και που μπορεί να επαναλαμβάνονται. Συνήθως προσβάλλει τη μια πλευρά, ενώ σε ένα μικρό ποσοστό ασθενών παρουσιάζεται αμφοτερόπλευρα. Η έναρξη και η αποδρομή του πόνου είναι απότομη και ξαφνική. Μεταξύ των επώδυνων επεισοδίων, τα έντονα συμπτώματα φαίνεται να υποχωρούν, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να παραμένει ένας ηπιότερος, καυστικός πόνος. Η διάρκεια των κρίσεων κυμαίνεται από μερικά δευτερόλεπτα έως κάποια λεπτά και συνολικά να επικρατεί για μερικές ημέρες, εβδομάδες ή και μήνες. Αν δεν υπάρξει κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση οι κρίσεις αυξάνουν σε ένταση και συχνότητα με την πάροδο του χρόνου.

Υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν τον πόνο. Ορισμένοι από αυτούς είναι: το κρύο, η αφή του προσώπου, η επαφή του προσώπου με το νερό κατά τη διάρκεια του μπάνιου, η επαφή του δοντιού ή χειλιού με τη γλώσσα κατά την ομιλία, τη μάσηση, την κατάποση, το βούρτσισμα των δοντιών, το γέλιο, το ξύρισμα, ακόμη και το αίσθημα από ένα ελαφρύ αεράκι στο πρόσωπο.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση θα τεθεί από τον ειδικό, εφόσον πραγματοποιηθεί α) η λήψη ενός καλού ιστορικού που να περιέχει την περιγραφή του χαρακτήρα και της έντασης του πόνου και των πιθανών προκλητικών παραγόντων και β) μια ενδελεχής νευρολογική εξέταση. Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η απεικόνιση μέσω μαγνητικής τομογραφίας, προκειμένου να αποκλειστεί η ενδεχόμενη ύπαρξη σκλήρυνσης κατά πλάκας ή δευτεροπαθούς πίεσης του τριδύμου από κάποιον όγκο. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί και η μαγνητική αγγειογραφία.

 

 

Υπάρχει θεραπεία;

Η θεραπευτική παρέμβαση είναι φαρμακευτική και παρεμβατική. Το θεραπευτικό πρωτόκολλο που θα συστήσει ο ειδικός είναι πάντα εξατομικευμένο στην ιδιαίτερη περίπτωση του κάθε ανθρώπου. Συνήθως γίνεται χορήγηση αντιεπιληπτικών (καρβαμαζεπίνη, γκαμπαπεντίνη, πρεγκαμπαλίνη), καθώς φαίνεται να μειώνουν τις ηλεκτρικές εκκενώσεις του τριδύμου νεύρου. Η οξκαρβαζεπίνη έχει λίγο πιο μικρή αποτελεσματικότητα αλλά λιγότερες παρενέργειες. Επίσης ενίοτε χρησιμοποιούνται σπασμολυτικοί παράγοντες, ήπια οπιοειδή και οζονοθεραπεία, τα οποία στοχεύουν στην ύφεση της συμπτωματολογίας. Τέλος, σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει αποτελεσματική ανταπόκριση στη φαρμακευτική αγωγή εφαρμόζονται και παρεμβατικές τεχνικές.

 

περισσότερα...

Διαταραχές ισορροπίας (Ίλιγγος – Ζάλη)

Ο έλεγχος της ισορροπίας και του συντονισμού είναι μια διαδικασία που γίνεται από τον εγκέφαλο. Ένα σύνολο πληροφοριών εμπλέκεται και αλληλεπιδρά στέλνοντας πληροφορίες στον εγκέφαλο. Σε αυτό εμπλέκονται το οπτικό και σκελετικό σύστημα (μύες, αρθρώσεις και οι αισθητήρες τους), τα οποία παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη θέση ή την κίνηση του κεφαλιού και του σώματος, με απώτερο σκοπό τη διατήρηση του προσανατολισμού (αντίληψη του χώρου) και της ισορροπίας.

Όταν υπάρξει διαταραχή στην ομαλή τροφοδοσία του εγκεφάλου με πληροφορίες από οποιοδήποτε από αυτά τα συστήματα (μάτια, μυς και αρθρώσεις, λαβύρινθοι των έσω ώτων), τότε ο εγκέφαλος μπορεί να ερμηνεύσει λανθασμένα τις πληροφορίες αυτές ως μια κίνηση ή αλλαγή της θέσης του σώματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται η αίσθηση του ιλίγγου.

Ο ίλιγγος στην ουσία περιγράφει την ψευδαίσθηση της κίνησης που αισθάνεται ο άνθρωπος. Το σύμπτωμα που βιώνει εκδηλώνεται είτε με τη μορφή της περιστροφής (αίσθηση ότι όλα γυρίζουν: ο ίδιος ή τα αντικείμενα γύρω του), είτε με τη μορφή της ώθησης (αίσθηση ότι τον σπρώχνουν), είτε με τη μορφή της αιώρησης του σώματος προς διάφορες κατευθύνσεις, είτε με τη μορφή της τάσης για πτώση (αστάθεια). Στις περισσότερες περιπτώσεις ο άνθρωπος αναγνωρίζει πως η αίσθηση της κίνησης που νιώθει δεν είναι πραγματική. Συνήθως ο ίλιγγος συνοδεύεται και με συμπτώματα όπως ναυτία, εμετός, εφίδρωση, ωχρότητα, ταχύπνοια, ταχυκαρδία, φωτοφοβία κ.ά. δημιουργώντας μια ιδιαίτερα νοσηρή κατάσταση που αποδιοργανώνει τον άνθρωπο και τον δυσκολεύει στην καθημερινότητά του.

Ποια είναι η αιτία που προκαλεί τις διαταραχές της ισορροπίας;

Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που ευθύνονται για τις διαταραχές της ισορροπίας. Ενδεικτικά αναφέρονται μερικοί από αυτούς:

  • Ακοολογικά προβλήματα: Προβλήματα στο εσωτερικό του αυτιού, που μπορεί να προέλθουν από μια λοίμωξη έως την πλήρη απώλεια ακοής, συνήθως επηρεάζουν την ικανότητα ισορροπίας.
  • Μυϊκή αδυναμία: Συνήθως εκδηλώνεται σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς το ανθρώπινο σώμα χάνει μυϊκή μάζα με την πάροδο των ετών. Με την ύπαρξη μυϊκής αδυναμίας, το σωματικό βάρος δεν υποστηρίζεται επαρκώς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την κακή στάση του σώματος. Εάν το σώμα δεν είναι ορθώς ευθυγραμμισμένο, μια απότομη κίνηση που δεν μπορεί να ελεγχθεί από τους μύες μπορεί να διαταράξει την ισορροπία και να οδηγήσει σε πτώση.
  • Κακή κυκλοφορία του αίματος: Η μειωμένη ροή αίματος προς τον εγκέφαλο δημιουργεί τη λεγόμενη ορθοστατική υπόταση, η οποία συνοδεύεται από πτώση της αρτηριακής πίεσης. Συνήθως εκδηλώνεται με τη μορφή ξαφνικής ζαλάδας και παροδικής απώλειας ισορροπίας, όταν κάποιος σηκώνεται έπειτα από αρκετή ώρα χαλάρωσης (είτε βρίσκεται σε καθιστή είτε σε ύπτια).
  • Νευρολογική διαταραχή – Βλάβη στα νεύρα: Σε περιπτώσεις όπως περιφερική νευροπάθεια, λόγω έλλειψης βιταμινών, γενετικών διαταραχών, αλκοολισμού ή άλλου τραυματισμού), σκλήρυνση κατά πλάκας ή όγκο στην περιοχή του εγκεφάλου που συντονίζει την κίνηση και την ακοή.

Πότε χρειάζεται να επισκεφθώ τον ειδικό;

Εάν αισθάνεστε κατά καιρούς ζαλάδες και ίλιγγο, οι οποίοι επιμένουν για περισσότερο από μία εβδομάδα, τότε είναι καλό να συμβουλευτείτε κάποιον ειδικό. Επίσης, και κυρίως στις μεγαλύτερες ηλικίες, είναι χρήσιμο να επισκεφθείτε το γιατρό εάν η κακή ισορροπία και ο φόβος για πιθανή πτώση μπορεί να αποτελούν εμπόδιο σε μια ομαλή καθημερινότητα (π.χ. περιορισμός δραστηριοτήτων, απομόνωση στο σπίτι κτλ).

 

 

περισσότερα...

Αδυναμία – αίσθημα κόπωσης

Η αδυναμία και το αίσθημα κόπωσης είναι μια κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη ενέργειας. Πρόκειται για ένα αρκετό συχνό σύμπτωμα του γενικού πληθυσμού, το οποίο προσβάλλει όλες τις ηλικίες και κυρίως νεαρά άτομα. Συνήθως εκδηλώνεται με τη μορφή μειωμένης ικανότητας για εκτέλεση απλών κινήσεων (λόγω μυϊκής αδυναμίας), ή με τη μορφή εξάντλησης μετά ή κατά τη διάρκεια μυϊκής προσπάθειας ή ως αίσθημα ψυχογενούς κόπωσης εμποδίζοντας την εκτέλεση πνευματικών ή καθημερινών δραστηριοτήτων.

Τι ευθύνεται για το αίσθημα αδυναμίας και κόπωσης;

Διάφοροι μπορεί να είναι οι λόγοι που προκαλούν την εμφάνιση της αδυναμίας και της κόπωσης σε έναν άνθρωπο. Αρχικά μπορεί να διαχωριστούν σε φυσιολογικά αίτια, τα οποία αφορούν το αποτέλεσμα μιας υπερβολικής καταπόνησης του οργανισμού ή από έλλειψη ύπνου και σε παθολογικά αίτια, τα οποία προκύπτουν από παθολογικές καταστάσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η αδυναμία και η κόπωση εμφανίζονται ως ένα συνοδό σύμπτωμα. Μερικές από τις παθολογικές καταστάσεις είναι:

  • Ιογενείς ή μικροβιακές λοιμώξεις
  • Καρδιοπάθειες
  • Πνευμονοπάθειες (άσθμα, χρόνια βρογχίτιδα, εμφύσημα)
  • Ηπατοπάθειες (ηπατίτιδες, κίρρωση)
  • Νεφροπάθειες με χαρακτηριστικότερη τη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
  • Αναιμίες
  • Ενδοκρινοπάθειες (θυρεοειδούς, επινεφριδίων, υπόφυσης), Σακχαρώδης Διαβήτης
  • Παθήσεις των μυών, των αρθρώσεων ή του νευρικού συστήματος
  • Συστηματικές παθήσεις του συνδετικού ιστού (ρευματοπάθειες) όπως ο ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα κ.ά
  • Ψυχολογικές παθήσεις με κυρίαρχη την κατάθλιψη
  • Φαρμακευτικά αίτια
  • Αλλεργίες
  • Κακοήθειες

Συνήθως, η διάρκεια της αδυναμίας και της κόπωσης κυμαίνεται από μερικές ημέρες έως 1-2 μήνες.

Επίσης υπάρχουν μερικοί παράγοντες, οι οποίοι επιτείνουν το αίσθημα αδυναμίας και κόπωσης. Αυτοί σχετίζονται με την κακή διατροφή, την κακή φυσική κατάσταση (καθιστική ζωή, έλλειψη άσκησης), το ψυχολογικά στρες, την κατάχρηση αλκοόλ – ουσιών – καπνού, τις κακές συνθήκες διαβίωσης ή εργασίας κ.ά.

Πότε χρειάζεται να απευθυνθεί κανείς στον ειδικό;

Όταν κάποιος παρατηρήσει πως το αίσθημα αυτό διαρκεί για κάποιο διάστημα και κατανοεί πως πρόκειται για μια ανεξήγητη και εύκολη κόπωση, τότε είναι καλό να συμβουλευτεί τον γιατρό του. Για τη διερεύνησή του η κλινική περιγραφή των συμπτωμάτων, η καταγραφή ενός ιστορικού και μια γενική εξέταση αίματος αρκούν, προκειμένου να αποκλειστούν τυχόν σοβαρές παθολογικές καταστάσεις.

Kατά την εξέταση, ο ειδικός θα αξιολογήσει εάν η αδυναμία είναι εστιακή ή γενικευμένη και εάν υπάρχει διαταραχή των αντανακλαστικών, των νεύρων ή μυών, και της αισθητικότητας.

 

περισσότερα...

Βαρειά μυασθένεια (Μυασθένεια Gravis)

Η βαρειά μυασθένεια ή αλλιώς γνωστή ως μυασθένεια Gravis αφορά ένα αυτοάνοσο νόσημα του νευρικού ιστού. Χαρακτηρίζεται από μυϊκή κόπωση και αδυναμία. Πρόκειται για μια χρόνια κατάσταση, η οποία επιδεινώνεται σε περιόδους έντονης δραστηριότητας και βελτιώνεται σε περιόδους ανάπαυσης. Είναι μια σπάνια νόσος και φαίνεται να προσβάλλει κυρίως γυναίκες κάτω των 40 ετών.

Ποια είναι η αιτία που προκαλεί τη μυασθένεια Gravis και ποια τα συμπτώματά της;

Η μυασθένεια Gravis οφείλεται στη διαταραχή της μετάδοσης των νευρικών σημάτων προς τους μυς. Τα νευρικά σήματα μεταδίδονται μέσω ειδικών μορίων (των λεγόμενων νευροδιαβιβαστών) που παράγονται από τα νεύρα. Τα μόρια αυτά (όπως η ακετυλοχολίνη) αναγνωρίζονται από ειδικούς υποδοχείς στους μυς. Στην περίπτωση της μυασθένειας Gravis ο οργανισμός παράγει αυτοαντισώματα έναντι του υπο­δοχέα της ακετυλοχολίνης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα σήματα από το νευρικό σύστημα να καταλήγουν στους μυς και έτσι να προκύπτουν διάφορες αδυναμίες. Επειδή η μικρότερη συγκέντρωση υποδοχέων ακετυλοχολίνης στο σώμα βρίσκεται στα κρανιακά νεύρα, στις περισσότερες περιπτώσεις η αδυναμία και η κόπωση προσβάλλει πιο άμεσα τους μυς του οφθαλμού, της μάσησης και τους φαρυγγικούς μυς. Σε σπάνιες περιπτώσεις επηρεάζονται οι μύες που ελέγχουν την αναπνοή και την κίνηση των άκρων. Ουσιαστικά η ακετυλοχολίνη είναι η ουσία που προκαλεί τη μυϊκή σύσπαση.

Τα συμπτώματα που παρουσιάζονται λόγω της μυασθένειας Gravis οφείλονται στη διαταραχή της λειτουργίας της νευρομυϊκής σύναψης. Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα αφορά την κόπωση που αισθάνεται ο πάσχοντας. Σε μερικές περιπτώσεις ως αρχικό σύμπτωμα μπορεί να εμφανιστεί αδυναμία στους μύες που ελέγχουν τις κινήσεις των οφθαλμών και εξαιτίας αυτού να υπάρξει πτώση του άνω βλεφάρου ή και διπλωπία. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις ως αρχικό σύμπτωμα  μπορεί να είναι η δυσκολία στη μάσηση και την κατάποση (δυσφαγία) λόγω ότι προσβάλλονται οι προσωπικοί και φαρυγγικοί μύες ή δυσκολία στην ομιλία (δυσαρθρία). Στις πιο σοβαρές και προχωρημένες καταστάσεις η εξασθένιση των μυϊκών ομάδων είναι ακόμη μεγαλύτερη, γεγονός που οδηγεί σε ασταθή βηματισμό, αδυναμία στα μπράτσα, στα χέρια, στα δάκτυλα, στα πόδια ή και στο λαιμό, ακόμα και σε αλλαγή στην έκφραση του προσώπου ή δυσκολία στην αναπνοή. Σε αρκετά σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει μια οξεία κρίση, η οποία να επιφέρει αναπνευστική ανεπάρκεια λόγω της παράλυσης των αναπνευστικών μυών.

Υπάρχει θεραπεία;

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση για τη θεραπεία της μυασθένειας Gravis περιλαμβάνει:

  • Αναστολείς της ακετυλοχολινεστεράσης: οι ουσίες αυτές (όπως η νεοστιγμίνη και η πυρυδοστιγμίνη) συντελούν στη βελτίωση της μυϊκής λειτουργίας αναστέλλοντας τη λειτουργία του ενζύμου χολινεστεράση. Το ένζυμο αυτό καταστρέφει την ακετυλοχολίνη στη νευρομυϊκή σύναψη.
  • Πλασμαφαιρέση: έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επωφελής σε περιπτώσεις μυασθενικής κρί­σης και εξαιρετικά αποτελεσματική στην ανακούφιση των συμπτωμάτων. Ωστόσο τα αποτελέσματα είναι παροδικά, καθώς τα αυτοαντισώματα δημιουργούνται ξανά. Για το λόγο αυτό συνήθως χορηγούνται μαζί με ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
  • Θυμεκτομή: πρόκειται για χειρουργική παρέμβαση, η οποία είναι απαραίτητη στις περιπτώσεις που η μυασθένεια συνυπάρχει με θύμωμα.

Ανάλογα με τη θεραπεία που θα ακολουθηθεί, τα συμπτώματα υποχωρούν ή επα­νέρχονται, αλλά συνήθως δε χειροτερεύουν με τα χρόνια.

Η ποιότητα ζωής του ανθρώπου που πάσχει από βαρειά μυασθένεια ποικίλλει ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων. Η πλειονότητα των περιπτώσεων παραμένει υπό φαρμακευτική αγωγή για όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Καθώς πρόκειται για μια χρόνια κατάσταση, η καλή σχέση και η εμπιστοσύνη που θα αναπτυχθεί με τον θεράποντα γιατρό είναι σημαντική.

 

περισσότερα...

Μουδιάσματα

Το μούδιασμα είναι ένα πολύ συχνό σύμπτωμα και εύκολα αναγνωρίσιμο, που μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε μέρος του σώματος. Συνήθως περιγράφεται από τον άνθρωπο που το βιώνει ως ένα αίσθημα «μυρμηγκιάσματος» ή τσιμπήματος από βελόνα, καύσου ή ελαττωμένης αίσθησης σε κάποια περιοχή. Ουσιαστικά την αίσθηση του μουδιάσματος την προκαλεί ο ερεθισμός ενός νεύρου. Μπορεί να έχει παροδική διάρκεια, αλλά μπορεί να είναι και μόνιμη. Άλλες φορές εμφανίζεται μόνο κατά τις νυχτερινές ώρες της κατάκλισης. Πολλές φορές γίνεται υπαρκτό ή και έντονο σε περιόδους άγχους.

Ποιοι είναι οι λόγοι εμφάνισης του μουδιάσματος;

Οι λόγοι που μπορεί να προκαλέσουν το σύμπτωμα του μουδιάσματος συνήθως οφείλονται σε απλές και καθημερινές αιτίες όπως η πίεση ενός νεύρου ή το άγχος. Σε άλλες, πάλι, περιπτώσεις το μούδιασμα οφείλεται σε βλάβη ή πίεση ενός νεύρου όπως συμβαίνει στο σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα και στο σακχαρώδη διαβήτη.  Άλλες φορές η λήψη ορισμένων φαρμάκων ή η έλλειψη βιταμινών από τον οργανισμό (κυρίως του συμπλέγματος B). Ακόμη πιο σπάνια, το αίτιο μπορεί να οφείλεται στον εγκέφαλο (όπως στην πολλαπλή σκλήρυνση, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο κ.ά.) ή στη σπονδυλική στήλη (όπως στην αυχενική ή οσφϋική κήλη του μεσοσπονδύλιου δίσκου) και σε κακώσεις στην περιοχή του εγκεφάλου ή της σπονδυλικής στήλης. Βέβαια, πολλές φορές η αίσθηση του μουδιάσματος οφείλεται σε μη οργανικές αιτίες, όπως στο υπερβολικό άγχος, στις κρίσεις πανικού και στην κατάθλιψη.

Πότε χρειάζεται να επισκεφθώ τον ειδικό;

Η συμβολή του ειδικού είναι απαραίτητη, προκειμένου να καθοριστεί η ακριβής αιτία που προκάλεσε το μούδιασμα. Έτσι, ιατρική παρακολούθηση χρειάζεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες παρατηρηθεί επιδείνωση με την πάροδο των ημερών, ή όταν σχετίζεται με ένα μέρος ενός άκρου (όπως κάποια δάχτυλα του χεριού ή του ποδιού) ή και όταν συνδέεται με μία επαναλαμβανόμενη κίνηση όπως πχ την πληκτρολόγηση στον υπολογιστή. Ωστόσο άμεση ιατρική εξέταση χρειάζεται στις περιπτώσεις που το μούδιασμα ξεκινάει απότομα έπειτα από μια κάκωση ή όταν συνοδεύεται από συμπτώματα όπως έντονο και ξαφνικό πονοκέφαλο, σύγχυση, παράλυση άνω ή κάτω άκρου, ζάλη, εμετό.

 

περισσότερα...

Διαταραχές ύπνου – παραϋπνίες – αϋπνίες

Ο ύπνος είναι μια φυσιολογική διαδικασία, απαραίτητη και ιδιαιτέρως χρήσιμη στη σωματική και ψυχική υγεία του ανθρώπου. Όταν η ποιότητα του ύπνου είναι καλή, έχει ευεργετικά οφέλη για τον οργανισμό. Κατά τη διάρκεια του ύπνου οι λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος επιβραδύνονται, μια λειτουργία πολύ σημαντική για την ανάκτηση της ενεργειακής εφεδρείας του οργανισμού και την οξυγόνωση του εγκεφάλου. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι άνθρωποι παρουσιάζουν διαταραχές του ύπνου ως αποτέλεσμα της απαιτητικής καθημερινότητας και του στρες. Συνήθως εμφανίζονται είτε με τη μορφή αϋπνίας είτε με τη μορφή υπνηλίας. Αρκετά συχνό φαινόμενο είναι οι περιστασιακές διαταραχές του ύπνου.

Ως αϋπνία χαρακτηρίζεται η έλλειψη επαρκούς ύπνου. Μπορεί να εκδηλωθεί με δυσκολία επέλευσης του ύπνου, με νυχτερινές αφυπνίσεις, με πολύ πρωινή αφύπνιση, ή με φαινόμενα ανεπαρκούς και μη ποιοτικού ύπνου παρά τη φυσιολογική ποσοτικά διάρκειά του. Αίτια: Η αϋπνία μπορεί να προκαλείται από έναν περιστασιακό παράγοντα όπως είναι μια περίοδος με έντονο strees ή από μία πιο μόνιμη απορρύθμιση όπως ένα χρόνιο οργανικό νόσημα που δεν έχει εντοπιστεί ή θεραπευτεί. Μερικά από αυτά είναι: η ρινίτιδα, η παραρινοκολπίτιδα, το άσθμα, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, οι παθήσεις του γαστρεντερικού, οι αρθρίτιδες, οι ενδοκρινοπάθειες, οι εγκεφαλοπάθειες, τα ψυχικά νοσήματα, η οσφυαλγία, ο χρόνιος πόνος, η συχνουρία,  το σύνδρομο των ανήσυχων ποδών, η υπνική άπνοια και άλλες. Επίσης, η περίοδος της εμμηνόπαυσης μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο. Υπάρχουν ορισμένες συμπεριφορές και συνήθειες, οι οποίες επηρεάζουν τον ύπνο όπως το είδος και το ωράριο εργασίας, οι ακατάστατες ώρες ύπνου, ο θόρυβος, ο φωτισμός, τα μεγάλα και βαριά γεύματα, η επίπονη σωματική και πνευματική δραστηριότητα (πριν από το νυχτερινό ύπνο), το αλκοόλ, η καφεΐνη, η θερμοκρασία. Συμπτώματα: Ένας άνθρωπος που διανύει μια περίοδο αϋπνίας, η καθημερινότητά του επηρεάζεται σημαντικά καθώς εμφανίζει υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, κόπωση, νευρικότητα, ανησυχία, δυσφορία. Διάγνωση – Αντιμετώπιση: Πλέον υπάρχουν διάφοροι τρόποι και τεχνικές για να διαγνωστεί και να εκτιμηθεί η αϋπνία. Σχετικά με τη φαρμακευτική αντιμετώπιση υπάρχουν τρεις κατηγορίες φαρμάκων που συστήνονται και αφορούν τις βενζοδιαζεπίνες (ηρεμιστικά), τα μη βενζοδιαζεπινικά υπνωτικά και τους αγωνιστές των υποδοχέων της μελανίνης. Υπάρχουν, όμως, και μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις οι οποίες είναι αποτελεσματικές στη διαχείριση του ύπνου όπως οι τεχνικές μέσω ψυχοθεραπείας και ο βελονισμός. Η επιλογή της κατάλληλης αντιμετώπισης επέρχεται πάντα σε συνεννόηση και συνεργασία με τον ειδικό.

Ως παραϋπνίες ονομάζονται οι διαταραχές ύπνου που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου. Είναι αρκετά συχνές κατά την παιδική και εφηβική ηλικία και τις περισσότερες φορές δεν αποτελούν λόγο ανησυχίας. Ωστόσο, αν συνεχίζονται και στην ενήλικη ζωή χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης. Διαχωρίζονται σε NREM παραϋπνίες, με χαρακτηριστικά συμπτώματα όπως η υπνοβασία, ο υπνικός τρόμος, οι συγχυτικές αφυπνίσεις, η σεξουαλική επαφή κατά τη διάρκεια του ύπνου (sexsomnia) και η διαταραχή νυχτερινής υπερφαγίας και στις REM παραϋπνίες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από τη διαταραχή εφιαλτών, την υπνική παράλυση και τη διαταραχή συμπεριφοράς κατά τον ύπνο REM. Αίτια: O νευροβιολογικός μηχανισμός που εμπλέκεται στην εκδήλωση των παραϋπνιών δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμη. Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες φαίνεται να παίζουν ιδιαίτερο ρόλο τα στάδια της εγρήγορσης των NREM και του REM σταδίου του ύπνου, αλλά και άλλων συμπεριφορικών χαρακτηριστικών. Έχει παρατηρηθεί πως άτομα που παρουσιάζουν παραϋπνίες εκδηλώνουν συχνότερα κούραση, υπνηλία και ψυχιατρικά συμπτώματα, όπως κατάθλιψη, άγχος, ψυχαναγκασμούς και φοβίες. Διάγνωση – Αντιμετώπιση: Η διαχείριση των παραϋπνιών γίνεται τόσο με φαρμακευτική όσο και με μη φαρμακευτική προσέγγιση. Στις περιπτώσεις αυτές σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι συμπεριφορικές παρεμβάσεις και οι τεχνικές της ψυχοθεραπείας. Ανάλογα με τον τύπο των συμπτωμάτων που εμφανίζει το άτομο, συστήνεται και ο κατάλληλος τρόπος αντιμετώπισης.

Γενικές συμβουλές

Καθώς η ποιότητα του ύπνου είναι ιδιαίτερα ωφέλιμη για τον οργανισμό, χρειάζεται να δώσετε βαρύτητα και να μην τον παραμελήσετε. Μερικές χρήσιμες συμβουλές που μπορείτε να ακολουθήσετε προκειμένου να βελτιώσετε τον ύπνο σας είναι:

  • Τεχνικές χαλάρωσης με χαλάρωση των μυών και ελεγχόμενες αναπνοές,
  • Διαλογισμός και θετικές σκέψεις (κυρίως πριν τον ύπνο)
  • Δημιουργία σταθερού ωραρίου ύπνου
  • Πηγαίνετε για ύπνο μόλις νυστάξετε
  • Μην διασπάτε την προσοχή σας με άλλα θέματα όταν ξαπλώνετε
  • Φροντίστε το περιβάλλον του υπνοδωματίου (θόρυβος, φωτισμός, θερμοκρασία, ενοχλήσεις)
  • Αποφύγετε την κατανάλωση δείπνων που είναι βαριά και μεγάλα
  • Αποφύγετε κατά τις απογευματινές ή βραδινές ώρες το αλκοόλ και την καφεΐνη (καφές, τσάι, coca cola, μαύρη σοκολάτα)
  • Φάρμακα με διεγερτικές ή διουρητικές ιδιότητες προτείνεται να να λαμβάνονται νωρίς (έπειτα πάντα από συνεννόηση με τον γιατρό)
  • Αποφύγετε το μεσημεριανό ύπνο ή τουλάχιστον περιορίστε τον σε διάρκεια (να μη διαρκεί πάνω από μισή ώρα)
  • Ασκηθείτε τακτικά και προτιμήστε να έχετε τελειώσει την άσκηση τουλάχιστον 3 ώρες πριν την κατάκλιση

 

 

 

περισσότερα...

Αγχώδεις εκδηλώσεις και κατάθλιψη

Καθημερινά ο άνθρωπος εκτίθεται σε διάφορες στρεσογόνες καταστάσεις. Το άγχος είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα, το οποίο εγείρεται σε μια ενδεχόμενη απειλή ή σε μια απαιτητική κατάσταση. Πρόκειται για ένα παρεξηγημένο συναίσθημα, καθώς έχει συνδεθεί με αρνητική έννοια. Ωστόσο το άγχος έχει θετική επίδραση, όταν λειτουργεί ως ένας μηχανισμός κινητοποίησης και εγρήγορσης σε στιγμές που όντως είναι εύλογο να υπάρχει. Οι στιγμές αυτές συνήθως προκύπτουν σπάνια και το άγχος που βιώνει ο άνθρωπος δεν είναι υπερβολικό. Το άγχος αποκτά αρνητική επίδραση, όταν γίνεται συχνό και έντονο δυσκολεύοντας την καθημερινότητα του ανθρώπου και προκαλώντας του ψυχική και σωματική ένταση. Σε αυτές τις περιπτώσεις αναφερόμαστε πλέον για αγχώδη διαταραχή.

Ποια είναι τα συμπτώματα της αγχώδους διαταραχής;

Οι αγχώδεις διαταραχές περιλαμβάνουν γενικά ένα μεγάλο φάσμα κλινικών συνδρόμων, τα οποία χαρακτηρίζονται από νευρικότητα, ανησυχία, ένταση και διάφορα σωματικά συμπτώματα. Μερικά από τα πιο κοινά συμπτώματα είναι:

  • Υπερβολική ανησυχία: όταν είναι δυσανάλογη προς την αιτία που την προκαλεί, ακόμη και σε απλές καθημερινές καταστάσεις
  • Μόνιμη εγρήγορση: Λόγω της διέγερσης του συμπαθητικού νευρικού συστήματος παρατηρούνται διάφορα σωματικά συμπτώματα όπως αυξημένοι παλμοί της καρδιάς, έντονη εφίδρωση (κυρίως στις παλάμες), τρέμουλο χεριών, ξηροστομία κ.ά.
  • Αίσθημα κόπωσης
  • Αεικινησία: συνήθως περιγράφεται ως μια αίσθηση ότι βρίσκονται συνεχώς σε μια ένταση ή ότι δεν μπορούν να παραμείνουν στην ίδια θέση για πολλή ώρα
  • Ευερεθιστότητα
  • Δυσκολία συγκέντρωσης: το άγχος γενικά μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία της μνήμης
  • Κρίσεις πανικού: χαρακτηρίζεται ένα ανυπέρβλητο αίσθημα φόβου συνοδευόμενο από διάφορες σωματικές εκδηλώσεις όπως ταχυπαλμία, έντονη εφίδρωση, τρέμουλο, δύσπνοια, σφίξιμο στο στήθος, ναυτία κ.ά. Πολλές φορές δημιουργεί στον άνθρωπο που τις βιώνει την αίσθηση ότι θα πεθάνει
  • Διαταραχές στον ύπνο: ο διακοπτόμενο ύπνος κατά τη διάρκεια της νύχτας και η αϋπνία είναι οι πιο συχνές εκδηλώσεις
  • Φοβίες: έντονοι φόβοι απέναντι σε πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις
  • Κοινωνική απομόνωση: τα άτομα που ταλαιπωρούνται από αγχώδεις διαταραχές τείνουν να αποφεύγουν τις κοινωνικές εκδηλώσεις και την πολυκοσμία, ανησυχούν για την ενδεχόμενη κριτική των άλλων και φοβούνται μήπως ντροπιαστούν μπροστά σε άλλους

Ποιες είναι οι αγχώδεις διαταραχές;

Αγχώδεις διαταραχές είναι μια γενικότερη κατηγορία, στην οποία εντάσσονται διάφορες μορφές του άγχους και ταξινομούνται κυρίως ανάλογα με την αιτία που τις προκαλεί. Έτσι, προκύπτουν οι εξής κατηγορίες:

  • Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή (ΓΑΔ): Πρόκειται για μια χρόνια κατάσταση, η οποία συχνά συνυπάρχει με κατάθλιψη. Χαρακτηρίζεται από υπερβολικό άγχος και ανησυχία για αντικειμενικά ασήμαντες αφορμές και το άτομο δυσκολεύεται να τα ελέγξει. Πολλές φορές συνοδεύεται από ήπια σωματικά συμπτώματα άγχους, όπως μυϊκή τάση, εύκολη κόπωση, ανησυχία (ή «υπερδιέγερση») και διαταραχές στον ύπνο.
  • Διαταραχή πανικού (με ή χωρίς αγοραφοβία): Χαρακτηρίζεται από την παρουσία επανειλημμένων κρίσεων πανικού. Το άτομο συχνά πιστεύει πως θα βιώσει ξανά τις κρίσεις πανικού και αυτό δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο αρνητικών σκέψεων. Κατά τη διάρκεια των κρίσεων υπάρχει έντονη η πεποίθηση ότι θα πεθάνει και αυτό είναι αρκετά τρομακτικό και βασανιστικό για την καθημερινότητά του.
  • Φοβίες: Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι ειδικές φοβίες και η κοινωνική φοβία. Ειδική φοβία υπάρχει όταν το άτομο βιώνει έναν υπερβολικό και παράλογο έντονο φόβο που προκύπτει από την παρουσία ή τη σκέψη ενός συγκεκριμένου και σταθερού κάθε φορά αντικειμένου ή κατάστασης. Παρόλο που το άτομο αναγνωρίζει το φόβο του ως υπερβολικό και παράλογο, δεν μπορεί να τον ελέγξει. Ως φοβικά αντικείμενα ή καταστάσεις μπορεί να είναι συγκεκριμένα ζώα ή έντομα (οι φοβίες αυτές ξεκινούν από την παιδική ηλικία), το ύψος, το νερό, το βάθος της θάλασσας, οι καταιγίδες, οι ενέσεις, οι βελόνες, το αίμα, οι γέφυρες, τα τούνελ, τα αεροπλάνα, τα αυτοκίνητα, τα ασανσέρ κ.ά. Κοινωνική φοβία χαρακτηρίζεται η φοβία που σχετίζεται με συγκεκριμένες κοινωνικές καταστάσεις, όπως ομιλίες σε κοινό, χρήση δημόσιων ουρητηρίων ή ο λεγόμενος «φόβος της σκηνής».
  • Μετατραυματική αγχώδης διαταραχή: άτομα τα οποία εκτέθηκαν σε τραυματικά και απειλητικά γεγονότα για τη ζωή -τη δική τους ή των αγαπημένων- όπως πόλεμος, τρομοκρατικές επιθέσεις, σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση. κ.ο.κ. Στο μετατραυματικό στρες το άτομο αναβιώνει ξανά τα τραυματικά γεγονότα και τα συναισθήματα που βίωσε με τη μορφή εικόνων, εφιαλτών, ψευδαισθήσεων ή παραισθήσεων.
  • Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: χαρακτηρίζεται από ιδεοληψίες (έμμονες σκέψεις, παρορμήσεις ή εικόνες) τις οποίες το άτομο ενώ γνωρίζει ότι είναι αποκυήματα του μυαλού δεν καταφέρνει να τις απωθήσει. Επίσης χαρακτηρίζεται από ψυχαναγκασμούς, δηλαδή επαναλαμβανόμενες πράξεις ή νοητικές διεργασίες όπως πλύσιμο των χεριών, τακτοποίηση και οργάνωση αντικειμένων, στερεοτυπικές φράσεις ή κινήσεις. Το άτομο υποκινούμενο από τις ιδεοληψίες του, ωθείται στο να τις εκτελέσει καθώς πιστεύει πως με αυτό τον τρόπο θα εκφορτίσει ή θα προλάβει το άγχος που του προκαλούν οι ιδεοληψίες ή οι δυνητικά καταστροφικές συνέπειες των σκέψεών του. Αρκετές περιπτώσεις της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής αφορούν τις ιδέες επιμόλυνσης από μικρόβια που ωθούν το άτομο σε επανειλημμένο και τελετουργικό πλύσιμο των χεριών ή σχολαστική καθαριότητα (επανειλημμένα έχουν υπάρξει περιπτώσεις ασθενών με έκζεμα χειρών από τις πολλαπλές πλύσεις και τα καθαριστικά που χρησιμοποιούν) ή υπερβολική ανησυχία ότι θα συμβεί το χειρότερο, γεγονός που τους οδηγεί σε επανειλημμένους ελέγχους π.χ. των ματιών της κουζίνας, του θερμοσίφωνα ή του κλειδώματος της πόρτας. Συχνά η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή συνυπάρχει με κατάθλιψη και νευρογενή ανορεξία.

Κατάθλιψη: συμπτώματα και ταξινόμηση

Πρόκειται για μία σοβαρή ψυχική κατάσταση, η οποία μπορεί να επηρεάσει ανθρώπους κάθε ηλικίας και φύλου. Η εμφάνισή της μπορεί να αφορά είτε κάποιο καταθλιπτικό επεισόδιο είτε μια χρόνια κατάσταση. Συχνά ξεκινά με την απώλεια ενδιαφέροντος και ευχαρίστησης. Το άτομο μπορεί να αισθάνεται αβοήθητο, να βιώνει έντονη και ανεξήγητη κούραση, αισθήματα αναξιότητας και ενοχής, θλίψη, μελαγχολία, απελπισία και απόσυρση από τις κοινωνικές και διαπροσωπικές επαφές. Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχουν αυτοκτονικές σκέψεις ή να οδηγήσει ακόμη και σε αυτοκτονία.

Υπάρχουν διάφορες μορφές κατάθλιψης, όπως:

  • Η Μείζων καταθλιπτική διαταραχή: χαρακτηρίζεται από έντονα συμπτώματα σε καθημερινή συχνότητα για διάστημα τουλάχιστον δυο εβδομάδων
  • Η Άτυπη κατάθλιψη: συνήθως υποχωρεί προσωρινά σε ένα θετικό συμβάν. Χαρακτηρίζεται από υπερευαισθησία στην κοινωνική κριτική και την απόρριψη, αύξηση της όρεξης και του βάρους, αύξηση της διάρκειας του ύπνου ή αϋπνία και βαριά άκρα.
  • Δυσθυμία (επίμονη ή χρόνια καταθλιπτική διαταραχή): καταθλιπτική διάθεση που διαρκεί τουλάχιστον δύο χρόνια. Χαρακτηρίζεται από βαθιά θλίψη ή απελπισία, χαμηλή αυτοεκτίμηση ή αισθήματα ανεπάρκειας, έλλειψη ενδιαφέροντος, αλλαγή της όρεξης και του ύπνου, χαμηλή ενέργεια, προβλήματα συγκέντρωσης και προβλήματα μνήμης και κοινωνική απόσυρση.
  • Περιγεννητική (επιλόχεια) καταθλιπτική διαταραχή: καταθλιπτική διαταραχή με έναρξη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή μετά τον τοκετό.
  • Ψυχωσική κατάθλιψη: βαριά καταθλιπτική διαταραχή που συνοδεύεται από κάποια μορφή ψυχωσικών συμπτωμάτων.
  • Εποχιακή κατάθλιψη: ξεκινά τους χειμερινούς μήνες και οφείλεται στην αλλαγή της θερμοκρασίας και τη μειωμένη ηλιοφάνεια.

Υπάρχει θεραπεία για το άγχος και την κατάθλιψη;

Επειδή πρόκειται για όρους και ψυχικές καταστάσεις οι οποίες χρησιμοποιούνται συχνά στην καθημερινή ορολογία των ανθρώπων, είναι πολύ σημαντικό αν διαπιστωθούν κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα και διαρκούν για κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα να απευθυνθείτε στον ειδικό. Ο ειδικός θα μπορέσει να αξιολογήσει και να θέσει τη διάγνωση. Ωστόσο, πρόκειται για περιπτώσεις που δυστυχώς ακόμη και στις μέρες μας υπάρχει ο φόβος, η υποτίμηση και το στίγμα που συνοδεύει τις ψυχικές παθήσεις. Όμως, η σωστή ενημέρωση και διάγνωση θα επιφέρει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Η υποστήριξη που παρέχεται τόσο στις αγχώδεις διαταραχές όσο και στην κατάθλιψη αφορά το συνδυασμό δύο παρεμβάσεων: της φαρμακευτικής αγωγής και της ψυχοθεραπείας. Η φαρμακευτική αγωγή συμβάλλει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και στον κατευνασμό εάν διαπιστωθεί βίαιη και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Η ψυχοθεραπεία βοηθάει στο να κατανοήσει το άτομο τον λόγο που εμφανίζει αυτά τα συμπτώματα, με σκοπό να αποκτήσει ξανά τον έλεγχο των σκέψεων και των καταστάσεων.

 

περισσότερα...